ΣΕΒ: Στόχος η αύξηση των επενδύσεων παραγωγικότητας και απασχόλησης

Χρόνος ανάγνωσης ⏰ 4 λεπτά

Την πιθανή επιρροή του αποτελέσματος των Ευρωεκλογών και των αυτοδιοικητικών εκλογών βραχυπρόθεσμα στο οικονομικό κλίμα της χώρας αλλά και τις συνιστώσες εκείνες που χρειάζεται η ελληνική οικονομία για να επιτευχθεί η ανάπτυξη, σημειώνει στο μηναίο δελτίο οικονομικής δραστηριότητας ο ΣΕΒ. Όπως τονίζεται εκείνο που χρειάζεται η Ελλάδα, τώρα όσο ποτέ, είναι η χάραξη μιας φιλοαναπτυξιακής πολιτικής με κεντρική στόχευση την αύξηση των επενδύσεων, της παραγωγικότητας και της απασχόλησης, σε συνδυασμό με τη μείωση των δημοσιονομικών κινδύνων, ώστε να μπορέσει η οικονομία της να ακολουθήσει έναν σταθερό βηματισμό δυναμικής ανάπτυξης.

Σημειώνει δε ότι, χρηματοδότηση των πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3,5% του ΑΕΠ -και των όποιων υπερπλεονασμάτων- μέσω της υπερφορολόγησης δεν είναι βιώσιμη και εμποδίζει την οικονομία να εισέλθει σε μία τροχιά υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης. Ιδιαίτερα όταν περικόπτονται δαπάνες από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, αλλά και λειτουργικές δαπάνες από νευραλγικούς τομείς του κράτους, όπως η υγεία και η παιδεία, οδηγώντας σε υποβάθμιση των υποδομών και της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών.

Παράλληλα αναφέρει ότι η μέχρι τώρα ανάκαμψη της οικονομίας δεν έχει βασιστεί στην αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας. Αντίθετα, η παραγωγικότητα παραμένει στάσιμη από το 2016 και η τάση βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας, με βάση την πραγματική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία, έχει αντιστραφεί από το 2017. Συνεπώς, είναι αβέβαιο το κατά πόσο η άνοδος της βιομηχανικής παραγωγής και των εξαγωγών θα μπορέσει να τροφοδοτεί την ανάκαμψη.

Τέλος τονίζει ότι ,φιλοαναπτυξιακά μέτρα, όπως η αύξηση του συντελεστή αποσβέσεων των επενδύσεων και η επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών, αναμένεται να τονώσουν την επενδυτική δραστηριότητα και την απασχόληση και κρίνονται θετικά. Θα πρέπει ωστόσο να ενταχθούν σε μια συνολική οικονομική πολιτική που στοχεύει στην κάλυψη της αποεπένδυσης που συντελέστηκε κατά την περίοδο της κρίσης.

Ταυτόχρονα με τα παραπάνω μέτρα, προωθούνται και αλλαγές στην αγορά εργασίας, όπως η προτεινόμενη ρύθμιση που αναφέρεται στον «βάσιμο λόγο» για την εγκυρότητα της καταγγελίας σύμβασης εργασίας και την αναστολή προθεσμιών για την άσκηση αγωγής, που αποτελεί αντικίνητρο για νέες προσλήψεις, αφού δημιουργεί πρόσθετα βάρη στις επιχειρήσεις.

Στο Μηνιαίο Δελτίο τονίζεται δε ότι, εν τω μεταξύ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε τις Εαρινές Οικονομικές Προβλέψεις 2019, σύμφωνα με τις οποίες ο ρυθμός ανάπτυξης στην Ελλάδα θα διαμορφωθεί σε +2,2% το 2019 και το 2020 (αντί +2,2% το 2019 και +2,3% το 2020 με βάση τις προηγούμενες προβλέψεις της), αναφέροντας ως αδύναμο σημείο την υποτονική επενδυτική δραστηριότητα. Η τελευταία αφορά τόσο στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων όσο και στις ιδιωτικές επενδύσεις. Πάντως, η Επιτροπή προβλέπει ανάκαμψη των ιδιωτικών επενδύσεων το 2020, κάνοντας ωστόσο λόγο για πιθανή απώλεια ανταγωνιστικότητας, λόγω της ανόδου του κόστους εργασίας μετά από την πρόσφατη αύξηση του κατώτατου μισθού. Με βάση αυτές τις υποθέσεις οι συνολικές επενδύσεις σε πάγια προβλέπεται να αυξηθούν κατά +10,1% το 2019 και κατά 10,8% το 2020. Παράλληλα, οι ελληνικές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αναμένεται να συνεχίσουν να κινούνται ανοδικά (+4,7% το 2019 και +4,2% το 2020), αυξάνοντας περαιτέρω το μερίδιό τους στις παγκόσμιες εξαγωγές. Και αυτό, παρά την επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας και την υψηλή αβεβαιότητα σχετικά με τις εμπορικές πολιτικές, ιδίως μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας. Αναφορικά με τα δημοσιονομικά μεγέθη, η Επιτροπή εκτιμά ότι οι στόχοι για το 2019 και το 2020 θα επιτευχθούν, επισημαίνοντας ταυτόχρονα τους κινδύνους που σχετίζονται με δικαστικές αποφάσεις που ενδέχεται να ανατρέψουν προηγούμενες μεταρρυθμίσεις και να προκαλέσουν δημοσιονομικές υποχρεώσεις.

Σημειώνεται ότι οι προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής λαμβάνουν υπόψη τη μη μείωση του αφορολόγητου, αναθεωρώντας την πρόβλεψη για το πρωτογενές πλεόνασμα σε 4% για το 2019 και 3,6% το 2020 (αντί 4,1% και 4% αντίστοιχα κατά τις προηγούμενες εκτιμήσεις της). Δεν λαμβάνουν ωστόσο υπόψη το Πρόγραμμα Σταθερότητας 2019, ούτε τα μέτρα που εξήγγειλε ο Πρωθυπουργός. Επομένως, τόσο οι στόχοι του Προγράμματος Σταθερότητας, όσο και τα νέα μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της ακύρωσης της μείωσης του αφορολόγητου, αναμένεται να συζητηθούν περαιτέρω στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας και να επικυρωθούν κατά τη διαδικασία του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Στρατηγικής 2020 – 2023.

Κατά τ’ άλλα, στους βραχυχρόνιους δείκτες εξακολουθούν να καταγράφονται μικτές τάσεις. Από τις θετικές εξελίξεις, ξεχωρίζει η δυναμική της βιομηχανικής παραγωγής και των εξαγωγών αγαθών, η οποία αναμένεται να συνεχισθεί το επόμενο διάστημα, δεδομένης της συνεχιζόμενης βελτίωσης των επιχειρηματικών προσδοκιών στη μεταποίηση. Αντίθετα, από τις αρνητικές εξελίξεις, η σημαντική πτώση των λιανικών πωλήσεων το πρώτο δίμηνο του 2019 προκαλεί προβληματισμό για την πορεία της ιδιωτικής κατανάλωσης και του ΑΕΠ το 1ο τρίμηνο του έτους.