Ως μοχλός ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία, μπορεί να λειτουργήσει η Τεχνητή Νοημοσύνη, οδηγώντας σωρευτικά σε άνοδο του ΑΕΠ κατά 195 δις δολάρια τα επόμενα 15 χρόνια – από το 2020 έως το 2035.
Η ελληνική οικονομία θα ενισχυθεί τα 15 αυτά χρόνια με επιπλέον 79 δις δολ., λόγω της “έξυπνης” αυτοματοποίησης. Την ίδια στιγμή, η Τεχνητή Νοημοσύνη αναμένεται να δώσει την ευκαιρία στο ανθρώπινο δυναμικό να γίνει πιο αποδοτικό, οδηγώντας στην αύξηση του ΑΕΠ κατά 88 δις δολ. Επιπλέον, η καινοτομία, η οποία αναμένεται να τονωθεί χάρη στις τεχνολογίες ΑΙ, θα συμβάλει στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας κατά 29 δις. δολ.
Τα παραπάνω αποτελούν τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης που εκπόνησε η Accenture σε συνεργασία με τη Microsoft υπό τον τίτλο «Greece: With an AI to the Future» και η οποία παρουσιάστηκε στο πλαίσιο του 4ου Microsoft Summit, στην Κεντρική Λυρική Σκηνή του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.
Στόχος της μελέτης ήταν να αποτυπώσει το βαθμό εξοικείωσης πολιτών και οργανισμών με την Τεχνητή Νοημοσύνη, το βαθμό ενσωμάτωσής της στη χώρα μας, αλλά και τη δυναμική που μπορεί να προσδώσει στην οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας.
Ωστόσο, σύμφωνα με την έρευνα, οι Έλληνες εμφανίζονται επιφυλακτικοί, αν και θετικά προσκείμενοι, ως προς τη τεχνολογία ΑΙ, ενώ οι επιχειρήσεις και οι οργανισμοί πιστεύουν στη δυναμική του ΑΙ ως καταλύτη αλλαγής και επίτευξης ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος, αλλά είναι διστακτικοί στην ενσωμάτωσή του, εστιάζοντας σε πιλοτικά προγράμματα περιορισμένης κλίμακας.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, το 85% των στελεχών πιστεύει ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη παρουσιάζει τεράστιες ευκαιρίες στην ανάπτυξη νέων προϊόντων, υπηρεσιών και επιχειρηματικών ιδεών. Την ίδια στιγμή, επτά στους δέκα (73%) προβλέπουν ότι η ΑΙ θα αλλάξει τη φύση του ανταγωνισμού τα επόμενα τρία χρόνια, προκαλώντας ισχυρές μεταβολές στην αγορά. Το ίδιο περίπου ποσοστό (71%) εκφράζει την αγωνία ότι, εάν η εταιρεία τους δεν αξιοποιήσει συστηματικά τις δυνατότητες που προσφέρει η ΑΙ, θα κληθεί να αντιμετωπίσει ένα ισχυρό ανταγωνιστικό μειονέκτημα.
Αν και οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα θεωρούν την ΑΙ ως “καταλύτη αλλαγής”, φαίνονται μάλλον διστακτικές στο να επενδύσουν: το 54% των στελεχών αισθάνεται ότι είναι ακόμη πολύ νωρίς, θεωρώντας ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο, οπότε προτιμά να περιμένει έως ότου ωριμάσουν οι συνθήκες. Πολύ μικρός αριθμός επιχειρήσεων (3%) έχει υλοποιήσει ολοκληρωμένα προγράμματα ΑΙ, σε σχέση με το 45% των επιχειρήσεων από το αντίστοιχο παγκόσμιο δείγμα.
Ωστόσο, ελπιδοφόρο είναι το γεγονός ότι 23% των επιχειρήσεων βρίσκεται σε αρχικά στάδια επενδύσεων επάνω στο ΑΙ, ενώ 37% πειραματίζεται με διάφορες πιλοτικές εφαρμογές.
Οι τρεις βασικότεροι λόγοι, που εξηγούν την αδράνεια των επιχειρήσεων, σύμφωνα με τις απόψεις των στελεχών, είναι η έλλειψη ΑΙ δεξιοτήτων (69%), η ασυμβατότητα με τα παραδοσιακά-legacy συστήματα των επιχειρήσεων (57%), καθώς και η ποιότητα των δεδομένων (37%). Κύριοι τομείς εφαρμογής των πρωτοβουλιών ΑΙ αναμένεται να είναι σε ΙΤ, Marketing, Πωλήσεις και Operations, ενώ τα βασικά οφέλη σχετίζονται με τη βελτιστοποίηση των λειτουργιών, το μετασχηματισμό προϊόντων και υπηρεσιών, τη βελτίωση των σχέσεων με τους πελάτες και την ενδυνάμωση του προσωπικού.
Παράλληλα, ένας στους δύο ερωτηθέντες (56%) ενστερνίζεται την άποψη ότι το ΑΙ θα επιφέρει σημαντικά οφέλη στην κοινωνία, ενώ μεγάλο ποσοστό αναγνωρίζει τα προφανή οφέλη, σε κλάδους όπως η ιατρική και οι επιστήμες. Παρόλα αυτά ο φόβος του αγνώστου, του νέου και η αβεβαιότητα που συνεπάγεται κάνουν τους Έλληνες να αισθάνονται μπερδεμένοι και προβληματισμένοι.
Ως αποτέλεσμα αυτού του παραδόξου, οι Έλληνες ενώ θα εμπιστευόντουσαν τις τεχνολογίες ΑΙ για εφαρμογές Οικιακής Κατανάλωσης Ενέργειας (84%), Οικιακής Ασφάλειας (84%) και Παρακολούθησης Υγείας (69%), είναι δύσπιστοι σε ότι αφορά εφαρμογές για τη Διαχείριση Οικονομικών (58%), την Ασφάλεια Παιδιών (58%) και την Αυτόνομη Οδήγηση (57%). Ανεξάρτητα από τις εφαρμογές, ένα ποσοστό 64% δηλώνει ότι δε θα εμπιστεύονταν πλήρως τις τεχνολογίες ΑΙ, χωρίς τη δυνατότητα ελέγχου και παρέμβασης από ανθρώπους.
Παρόμοια είναι και η αντιμετώπιση του ΑΙ από ηγετικά στελέχη επιχειρήσεων στην Ελλάδα, τα οποία ενώ αναγνωρίζουν τη δυναμική της Τεχνητής Νοημοσύνης, είναι διστακτικοί στο να επενδύσουν συστηματικά.
Το 85% των ερωτηθέντων στελεχών πιστεύει ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη παρουσιάζει τεράστιες ευκαιρίες στην ανάπτυξη νέων προϊόντων, υπηρεσιών και επιχειρηματικών ιδεών. Την ίδια στιγμή, 7 στους 10 (73%) προβλέπουν ότι το ΑΙ θα αλλάξει τη φύση του ανταγωνισμού τα επόμενα 3 χρόνια, προκαλώντας ισχυρές μεταβολές στην αγορά. Το ίδιο περίπου ποσοστό (71%) εκφράζει την αγωνία ότι εάν η εταιρεία τους δεν αξιοποιήσει συστηματικά τις δυνατότητες που προσφέρει το ΑΙ, θα κληθεί να αντιμετωπίσει ένα ισχυρό ανταγωνιστικό μειονέκτημα.
Η άποψη των πολιτών
Η έρευνα απαντά και στο ερώτημα πώς αντιλαμβάνεται η ελληνική κοινωνία την Τεχνητή Νοημοσύνη. Σύμφωνα με τα ευρήματά της, ενώ οι πολίτες αντιλαμβάνονται σε σημαντικό βαθμό τι είναι η ΑΙ, καθώς και το πώς μπορεί να βελτιώσει την καθημερινότητά τους, είναι επιφυλακτικοί απέναντί της.
Η προοπτική ενός μέλλοντος με κεντρικό άξονα την Τεχνητή Νοημοσύνη συναρπάζει τους Έλληνες, ωστόσο προκαλεί ταυτόχρονα προβληματισμό. Οι πολίτες έχουν μια καλή αντίληψη για την AI, με ποσοστό 65% να συσχετίζει ως πρώτη σκέψη τον όρο με εφαρμογές, όπως chatbots, digital assistants και ρομπότ, ενώ μόλις 2% του πληθυσμού να δηλώνει άγνοια. Ένας στους δύο (56%) ενστερνίζεται την άποψη ότι θα επιφέρει σημαντικά οφέλη στην κοινωνία, ενώ μεγάλο ποσοστό αναγνωρίζει τα προφανή οφέλη, σε κλάδους, όπως η ιατρική και οι επιστήμες. Παρ’ όλα αυτά, ο φόβος του αγνώστου, του νέου και η αβεβαιότητα που συνεπάγεται, κάνουν τους Έλληνες να αισθάνονται μπερδεμένοι και προβληματισμένοι. Ως αποτέλεσμα αυτού του παραδόξου, οι Έλληνες ενώ θα εμπιστευόντουσαν τις τεχνολογίες ΑΙ για εφαρμογές Οικιακής Κατανάλωσης Ενέργειας (84%), Οικιακής Ασφάλειας (84%) και Παρακολούθησης Υγείας (69%), είναι δύσπιστοι σε ό,τι αφορά εφαρμογές για τη Διαχείριση Οικονομικών (58%), την Ασφάλεια Παιδιών (58%) και την Αυτόνομη Οδήγηση (57%). Ανεξάρτητα από τις εφαρμογές, ένα ποσοστό 64% δηλώνει ότι δε θα εμπιστεύονταν πλήρως τις τεχνολογίες ΑΙ, χωρίς τη δυνατότητα ελέγχου και παρέμβασης από ανθρώπους.
Τα οικονομικά οφέλη
Βάσει οικονομετρικών μοντέλων, η μελέτη δείχνει ότι η προαναφερόμενη αύξηση στο ΑΕΠ θα σημειωθεί κυρίως ως απόρροια της «έξυπνης αυτοματοποίησης» και της «ενδυνάμωσης του ανθρώπινου δυναμικού και του κεφαλαίου». Συγκεκριμένα, η ελληνική οικονομία θα ενισχυθεί τα 15 αυτά χρόνια με επιπλέον 79 δις. δολάρια, χάρη στις δυνατότητες που συνεπάγεται η έξυπνη αυτοματοποίηση. Την ίδια στιγμή, η Τεχνητή Νοημοσύνη αναμένεται να δώσει την ευκαιρία στο ανθρώπινο δυναμικό της χώρας και το κεφάλαιο να γίνουν πιο αποδοτικά, οδηγώντας στην αύξηση του ΑΕΠ κατά 88 δις. δολάρια αθροιστικά. Ακόμη, εκτιμάται ότι η καινοτομία, η οποία αναμένεται να τονωθεί χάρη στις τεχνολογίες ΑΙ, θα συμβάλλει στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας κατά 29 δις. δολάρια, τα επόμενα 15 χρόνια.
Η διευθύνουσα σύμβουλος της Microsoft Ελλάδας, Κύπρου και Μάλτας, Πέγκυ Αντωνάκου, κατά την διάρκεια του Miicrosoft Summit, αναφέρθηκε στη στρατηγική σημασία του ΑΙ στην ανάπτυξη της κοινωνίας και για τις ευκαιρίες που ανοίγονται σήμερα στη χώρα μας. Η παρουσίαση των αποτελεσμάτων της μελέτης έγινε από τον Δρ. Γιωργή Κριτσωτάκι, επικεφαλής συμβουλευτικών υπηρεσιών της Accenture στην Ελλάδα για τους τομείς Τηλεπικοινωνιών, Media και Τεχνολογίας, ο οποίος δήλωσε «Η Τεχνητή νοημοσύνη δεν αποτελεί πλέον σενάριο επιστημονικής φαντασίας, αλλά καθημερινή πραγματικότητα. Η χώρα μας οφείλει και πρέπει να αξιοποιήσει τη δυναμική που προσφέρει η τεχνητή νοημοσύνη, γεγονός το οποίο προϋποθέτει τον ανοιχτό διάλογο και τη συνεργασία μεταξύ των φορέων χάραξης πολιτικής, των επιχειρήσεων και των πολιτών».