Η αμερικανική κυβέρνηση αποφάσισε να βάλει τέρμα στην προτιμησιακή μεταχείριση της Τουρκίας εντός των ορίων του προγράμματος που επέτρεπε ορισμένα τουρκικά προϊόντα να εισάγονται στη χώρα αδασμολόγητα.
Στην ανακοίνωση της απόφασης, η οποία τίθεται σε εφαρμογή την 17η Μαΐου, προέβη ο Λευκός Οίκος, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι μειώνει στο μισό τον δασμό που επιβάλλεται στον εισαγόμενο τουρκικό χάλυβα, από το 50% στο 25%.
Σύμφωνα λοιπόν με την ανακοίνωση της αμερικανικής προεδρίας, τερματίζεται η ένταξη της Τουρκίας στο πρόγραμμα που είναι γνωστό με την ονομασία Σύστημα Γενικευμένων Προτιμήσεων (ΣΓΠ) λόγω του επιπέδου της οικονομικής της ανάπτυξης.
Ο αντιπρόσωπος των ΗΠΑ για το εμπόριο (USTR) Ρόμπερτ Λάιτχαϊζερ είχε ουσιαστικά προαναγγείλει την εξέλιξη αυτή στις αρχές του Μαρτίου, όταν δήλωσε πως η Άγκυρα δεν δικαιούται πλέον να ωφελείται από το πρόγραμμα ΣΓΠ διότι “είναι επαρκώς ανεπτυγμένη οικονομικά”.
Η διαδικασία επανεξέτασης της συμμετοχής της Τουρκίας στο πρόγραμμα είχε αρχίσει τον Αύγουστο του 2018, εν μέσω διπλωματικής διένεξης ανάμεσα στην Ουάσινγκτον και την Άγκυρα.
Αλλά η Άγκυρα έτρεφε ελπίδες ότι η Ουάσινγκτον δεν θα προχωρούσε σε αυτή την απόφαση, καθώς τόνιζε πως θα ερχόταν σε αντίθεση με τον στόχο το διμερές εμπόριο να φθάσει τα 75 δισεκατομμύρια δολάρια σε ετήσια βάση, στον οποίο έχουν συμφωνήσει οι πρόεδροι των δύο χωρών, Τραμπ και Ερντογάν.
Να σημειωθεί ότι πέρυσι ο Τραμπ επέβαλε υψηλότερους δασμούς στον χάλυβα και στο αλουμίνιο που εισάγουν οι ΗΠΑ από την Τουρκία ως μέσο πίεσης ώστε να αφεθεί ελεύθερος ο ευαγγελικός πάστορας Άντριου Μπράνσον.
Ο ιερωμένος που είχε φυλακιστεί και αντιμετώπιζε κατηγορίες για τρομοκρατία, αφέθηκε τελικά ελεύθερος τον Οκτώβριο.
Όμως, η κρίση οδήγησε σε μεγάλη πτώση την τουρκική λίρα και το κλίμα έντασης στη διμερή σχέση συνεχίστηκε, με αφορμή το σχέδιο της Άγκυρας να αγοράσει ένα ρωσικό οπλικό σύστημα παρά τις απειλές της Ουάσινγκτον.
Η Τουρκία είναι μια από τις 120 χώρες που συμμετέχουν στο ΣΓΠ, το αρχαιότερο και ευρύτερο πρόγραμμα των ΗΠΑ για την προτιμησιακή μεταχείριση χωρών στο πεδίο του εμπορίου. Στόχος του προγράμματος είναι να προωθήσει την οικονομική ανάπτυξη, εκμηδενίζοντας τους δασμούς σε χιλιάδες προϊόντα.