Ο Κυριάκος Μητσοτάκης παραχώρησε συνέντευξη στη ΝΕΑ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ της Κρήτης ζητώντας ισχυρή εντολή προκειμένου να μην μπει η χώρα σε περιπέτειες, αλλά και για να μπορέσει να υλοποιήσει το κυβερνητικό σχέδιό του με μειώσεις φόρων τονίζοντας ότι: «Για να έχουμε ισχυρή ανάπτυξη και αυτοδύναμη Ελλάδα, χρειαζόμαστε μία ισχυρή εντολή. Εάν η εντολή για οποιοδήποτε λόγο δεν είναι ισχυρή, τότε προφανώς η αγορά θα έχει μεγαλύτερη αναταραχή και δεν θα μπορέσουμε να δρομολογήσουμε το σχέδιό μας με την ταχύτητα και την αποτελεσματικότητα την οποία θέλουμε».
Ο πρόεδρος της ΝΔ εκτίμησε πως δεν υπάρχει κανένα ζήτημα λήψης πρόσθετων μέτρων επιβάρυνσης για τους πολίτες, ούτε εντός του 2019, ούτε στη συνέχεια, ενώ αναφέρθηκε και στην πρώτη περίοδο Τσίπρα-Βαρουφάκη. «Είναι εγκληματικό αυτό το οποίο έγινε τους πρώτους έξι μήνες του 2015 και υπάρχει ονοματεπώνυμο, υπάρχει ευθύνη για αυτό το οποίο έγινε. Και το κόστος το οποίο πληρώνουμε και σήμερα ακόμη, είναι κόστος αυτής της πρώτης περιόδου», σημείωσε.
Αναφερόμενος στα ελληνοτουρκικά χαρακτήρισε θετική την απόφαση της πρόσφατης Συνόδου Κορυφής και τόνισε πως αν δεν αλλάξει συμπεριφορά η Τουρκία, θα πρέπει η Ευρώπη να περάσει από τα λόγια σε συγκεκριμένα μέτρα που θα έχουν κόστος για τη γειτονική χώρα. Ο ίδιος προανήγγειλε πως θα επιδιώξει συνάντηση με τον Ταγίπ Ερντογάν, για να του ξεκαθαρίσει το πλαίσιο της επόμενης κυβέρνησης και χαρακτήρισε «προχειρότητα» τους χειρισμούς του Μεγάρου Μαξίμου στα ελληνοτουρκικά. «Δεν φοβάμαι θερμό επεισόδιο και δεν νομίζω ότι υπάρχει κανένας λόγος να καλλιεργούμε μεγαλύτερη ανησυχία στους Έλληνες πολίτες. Υπάρχει μία ένταση, δεν είναι ασυνήθιστη, μπορούμε να τη διαχειριστούμε, ψυχραιμία χρειάζεται και αποφασιστικότητα. Και βέβαια, να καταλάβουμε ότι στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής και της πολιτικής που έχει να κάνει με την ενεργειακή ασφάλεια, χρειάζονται ουσιαστικές κινήσεις. Μας είπε ο κ. Τσίπρας ότι αποφάσισε με 4,5 χρόνια καθυστέρηση να προχωρήσει μαζί με τον Exon Mobil στην εκμετάλλευση ενός οικοπέδου το οποίο βρίσκεται νότια της Κρήτης. Αναρωτιέμαι, γιατί έπρεπε να περάσουν τα 4,5 χρόνια για να γίνει αυτό».
Σε σχέση με την ελληνική οικονομία και το ενδεχόμενο λήψης νέων μέτρων για να πιαστεί ο στόχος του πλεονάσματος ο κ. Μητσοτάκης σχολίασε αρχικά πως «ο στόχος του 3,5% για το 2019, με βάση τα στοιχεία τα οποία έχουμε, είναι εφικτός». Και συμπλήρωσε: «Είναι βέβαιο, και θέλω να είμαι ξεκάθαρος εδώ, ότι δεν μπορούμε να δρομολογήσουμε μέτρα ελάφρυνσης εντός του 2019. Τα μέτρα και οι φορολογικές μειώσεις θα ψηφιστούν το 2019 και θα ισχύσουν το 2020. Δεν εκτιμώ, όμως, ότι υπάρχει κανένα ζήτημα λήψης πρόσθετων μέτρων, επιβάρυνσης για τους πολίτες, εντός του 2019. Ούτε προφανώς και στη συνέχεια».
Απαντώντας σε ερώτηση τι θα συμβεί εάν οι Βρυξέλλες αντιδράσουν ή εκφράσουν ενστάσεις ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε πως «εφόσον έχω μία ισχυρή εντολή, πηγαίνω στις Βρυξέλλες με πολύ μεγάλη προσωπική αξιοπιστία. Και επειδή η Ευρώπη ξέρει ότι εγώ είμαι μεταρρυθμιστής, η συμφωνία που προτείνω στις Βρυξέλλες είναι: Δώστε μου λίγο χρόνο να κάνω μεταρρυθμίσεις και στη συνέχεια βοηθήστε με να μειώσουμε τους στόχους των πλεονασμάτων. Είναι μία συμφωνία η οποία ακούγεται στις Βρυξέλλες, την έχουν ήδη ακούσει, δεν θα αιφνιδιαστούν. Δεν θα διεκδικήσω από την πρώτη μέρα μείωση των στόχων του πλεονάσματος. Θα αποδείξω πρώτα ότι εννοώ αυτά τα οποία λέω, θα κερδίσω αξιοπιστία, θα υλοποιήσω τολμηρές μεταρρυθμίσεις. Και στη συνέχεια, θα διεκδικήσω μείωση του στόχου των πλεονασμάτων ώστε να είμαστε ακόμη πιο τολμηροί στις μειώσεις των φόρων. Ξέρετε, οι Ευρωπαίοι ενδιαφέρονται να πάρουν πίσω τα λεφτά τους, αυτό τους ενδιαφέρει».
Για τα ελληνοτουρκικά, ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας ανάφερε ότι η χώρα μας πρέπει να διατηρήσει ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με την Τουρκία: «Ελλάδα και Τουρκία πρέπει να μιλάμε, αλλά να μιλάμε οργανωμένα, με ουσία, μέσα σε ένα πλαίσιο και σεβόμενοι το Διεθνές Δίκαιο, τους κανόνες καλής γειτονίας και προφανώς και με την απαραίτητη προετοιμασία που χρειάζεται για να γίνει μία τέτοια συνάντηση (σ.σ. με τον Ταγίπ Ερντογάν)».
Και συνέχισε: «Δεν σταματάει κανείς το διάλογο, ποτέ. Θα έλεγα ότι όταν υπάρχει ένταση υπάρχει ένας λόγος παραπάνω να μιλάει κανείς. Και, ναι, θα επιδιώξω με τον κ. Ερντογάν, εφ’ όσον με εμπιστευτεί ο ελληνικός λαός, να έχω μία ειλικρινή σχέση. Γνωρίζω πολύ καλά ποιο είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορούμε να κινηθούμε, γνωρίζουμε πολύ καλά, θα του το πω στην πρώτη μας συνάντηση. Αλλά σε καμία περίπτωση η επιβολή κυρώσεων δεν είναι ανεξάρτητη από τη συνέχιση, μέσα στο πλαίσιο που σας είπα, του ελληνοτουρκικού διαλόγου».