Ανατροπή για τα δώρα του δημοσίου με την πλειοψηφική απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας , η οποία έκρινε νόμιμη την κατάργηση όσον αφορά στα δώρα στο Δημόσιο( επιδόματα Χριστουγέννων, Πάσχα και θερινής άδειας (13ος και 14ος μισθός).
Έτσι, με αυτή την απόφαση ανατρέπονται οι θετικές για τους δημοσίους υπαλλήλους αποφάσεις της επαταμελούς σύνθεσης του ΣΤ΄ Τμήματος του ΣτΕ.
Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης, η κατάργηση των τριών επιδομάτων, «τεκμηριώνεται επαρκώς» και δεν παρίσταται απρόσφορο μέτρο, και μάλιστα προδήλως, για «την επίτευξη των επιδιωκόμενων σκοπών, ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν ήταν αναγκαίο, δεδομένου ότι με αυτό το μέτρο, το οποίο εφαρμόζεται γενικά σε όλους τους μισθωτούς του δημόσιου τομέα, γίνεται προσπάθεια εξοικονόμησης και περιορισμού των διογκωμένων δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης, η οποία υπαγορεύεται από επιταγές της Ε.Ε. για μείωση του υπερβολικού δημοσίου ελλείμματος».
Μάλιστα, επισημαίνεται ότι «κατά τη λήψη του επίμαχου μέτρου, ο νομοθέτης είχε πλήρη επίγνωση όχι μόνο του εν γένει επιπέδου διαβίωσης του πληθυσμού της Χώρας, αλλά και ειδικά του επιπέδου διαβίωσης των δημοσίων υπαλλήλων, όπως προκύπτει από στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και το νέο ενιαίο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων.
Διευκρινίζεται ότι οι αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων ακόμη και μετά την κατάργηση των επίμαχων επιδομάτων «εξασφάλιζαν αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, τόσο σε σχέση με όσους διαβιούσαν στα όρια της φτώχειας όσο και με όσους απασχολούνταν στον ιδιωτικό τομέα με τον κατώτατο βασικό μισθό και ημερομίσθιο».
Παράλληλα, η Ολομέλεια του ΣτΕ αναφέρει πως οι περικοπές δεν είναι αντισυνταγματικές καθώς αφορούν το σύνολο των δημοσίων υπαλλήλων αλλά και εκείνους του ευρύτερου δημόσιου τομέα, ενώ επισημαίνει ότι είναι διαφορετικό το ζήτημα της χορήγησης των επιδομάτων εορτών και αδείας στους υπαλλήλους του ιδιωτικού τομέα, «οι οποίοι αποτελούν διαφορετική κατηγορία, σε βάρος της οποίας έχουν επιβληθεί άλλα οικονομικής φύσεως μέτρα».