Μνήμες εισβολής 45 έτη μετά – Ο «ενεργειακός Αττίλας» και το τρίγωνο του διαβόλου…

Χρόνος ανάγνωσης ⏰ 14 λεπτά

του Αναστάσιου Τσιπλάκου
Συμβούλου Στρατηγικής South East Med Energy & Defense
(www.semedenergydefense.com)

Τα καλοκαίρια, ιστορικά, έχουν αποδειχθεί «δύσκολα» στη Ν.Αν. Μεσόγειο. Ιδιαίτερα για τον ελληνισμό. Στις μέρες μας, ζούμε άλλο ένα «δύσκολο» καλοκαίρι, 45 ακριβώς έτη μετά την τουρκική εισβολή το καλοκαίρι του 1974, λόγω των εξελίξεων στην ΑΟΖ της Κύπρου, της γενικότερης επιθετικότητας που επιδεικνύει η Τουρκία και των τεκτονικών ανακατατάξεων που συντελούνται στην ΝΑ Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή.

Μετά την κάθοδο του πρώτου γεωτρύπανου, του «Πορθητή» στα 36,5 ναυτικά μίλια δυτικά της Πάφου και την επιχειρούμενη γεώτρηση, το καθεστώς της Άγκυρας προχώρησε σε ένα ακόμη βήμα. Έστειλε και το δεύτερο πλωτό γεωτρύπανό της «Γιαβούζ», στα ανατολικά της Κύπρου, στη θαλάσσια περιοχή της χερσονήσου της Καρπασίας εντός της χωρικής θάλασσας της Κυπριακής Δημοκρατίας, προσπαθώντας να “βάλει χέρι” στο οικόπεδο 8 “Ερατοσθένης” και στη θαλάσσια περιοχή της νότιας Κύπρου, περιλαμβανομένων και τμημάτων οικοπέδων όπως είναι το 1, το  9 και το 12.

Είναι αλήθεια, βέβαια, ότι το δεύτερο γεωτρύπανο δε συνοδεύεται από τα πλοία υποστήριξης υπεράκτιων δραστηριοτήτων υδρογονανθράκων “VOS PRIME” και “VOS PRINCE”, της ολλανδικής Vroon Offshore Services, που αναφέρονται στην παράνομη τουρκική Navtex για την γεώτρηση του “Γιαβούζ” στον στόχο “Καρπασία-1” (Karpaz-1) εντός της υφαλοκρηπίδας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Απαντώντας στην κυπριακή εφημερίδα “Φιλελεύθερος”, ο εκπρόσωπος της ολλανδικής εταιρίας είπε ότι τα πλοία της βρίσκονται μεν στο λιμάνι της Σελεύκειας, αλλά δεν θα ακολουθήσουν το “Γιαβούζ”, από την στιγμή που αυτό θα επιχειρήσει παράνομα σε κυπριακά ύδατα. Αυτό σημαίνει ότι προς το παρόν, η παρουσία του δεύτερου γεωτρύπανου είναι περισσότερο επικοινωνιακή στρατηγική και όχι ουσιαστική προσπάθεια γεώτρησης.

Σε μια προσπάθεια να διασκεδάσει τις εντυπώσεις η Τουρκία έχει στείλει δίπλα στο “Γιαβούζ” το πυροσβεστικό σκάφος “Κορκούτ” το οποίο είναι ένα από τα τρία σκάφη που αγόρασε η Τουρκία και ύψωσε τουρκική σημαία προκειμένου να συνδράμουν το “Φατίχ” στην άλλη γεώτρηση δυτικά της Κύπρου εντός της κυπριακής υφαλοκρηπίδας. Είναι βεβαίως προφανές ότι δύσκολα θα μπορέσει η Τουρκία να υλοποιήσει πρακτικά  τις απειλές της για δυο ταυτόχρονες γεωτρήσεις εντός της κυπριακής υφαλοκρηπίδας, καθώς η ισχυρή κυπριακή νομοθεσία και η απειλή λήψης μέτρων και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, στοχευμένων σε εταιρίες και πρόσωπα που συμμετέχουν στις παράνομες γεωτρητικές δραστηριότητες λειτουργούν αποτρεπτικά.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, η τελευταία κάθοδος του “Γιαβούζ”, με τη συνοδεία φρεγάτας, συνιστά κλιμάκωση των προκλήσεων από μέρους της Άγκυρας και αναβάθμιση των ενεργειών της στην προσπάθεια της να επιβάλει τετελεσμένα στην κυπριακή ΑΟΖ. Ταυτόχρονα, στο παρασκήνιο της δράσης των δύο γεωτρύπανων το ερευνητικό/σεισμογραφικό σκάφος “Μπαρμπαρός” διεξάγει, εδώ και καιρό, νέες σεισμογραφικές έρευνες στη νότια θάλασσα της Κύπρου. Είναι οι πρώτες που διεξάγονται στις εν λόγω περιοχές και είναι συμπληρωματικές προηγουμένων, προδικάζοντας έτσι τις επόμενες τουρκικές προκλήσεις με στόχο τη δημιουργία νέων τετελεσμένων.

Η κλιμακούμενη κατ’ εξακολούθηση παραβίαση εκ μέρους της Τουρκίας των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας συμπληρώνεται, προς το παρόν, με τον ασφυκτικό κλοιό εναέριας επιτήρησης που έχει θέσει το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο η Τουρκία, ενεργοποιώντας καθημερινά πλέον τα τουρκικής κατασκευής UAVs, τα οποία πετούν όχι μόνο στις περιοχές που βρίσκονται τα δυο πλωτά γεωτρύπανα της Τουρκίας στην κυπριακή υφαλοκρηπίδα, αλλά και σε όλο το μήκος του Αιγαίου. Αν και πληροφορίες αναφέρουν ότι τουλάχιστον σε μια πτήση στην Ανατολική Μεσόγειο επρόκειτο για UAV “ANKA”, τα τουρκικά δημοσιεύματα κάνουν λόγο για ενεργοποίηση των “Bayraktar Tactical Block 2” (TB2). Τα τουρκικά “Bayraktar” διαθέτουν κάμερες και οπλισμό, μπορούν να πετούν σε ύψος 27.030 ποδιών για διάστημα 24 ωρών και μπορούν να επιχειρούν μέρα και νύχτα. Εκτελώντας επιχειρήσεις επιτήρησης, παρακολούθησης και συλλογής στοιχείων το “Bayraktar TB2” έχει την δυνατότητα να μεταδίδει εικόνα live στο κέντρο Επιχειρήσεων, να εντοπίζει και να πλήττει στόχους.

Οι πτήσεις των τουρκικών UAV σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο είναι καθημερινές και διαρκούν άνω των πέντε ωρών σαρώνοντας με τα ραντάρ τους κάθε κίνηση στην θαλάσσια περιοχή. Όπως μάλιστα καταγράφεται και από το στίγμα της πτήσης τους, τα UAV’s πραγματοποιούν αναγνωριστικές πτήσεις και κάνουν κύκλους πάνω από «ύποπτα» σκάφη που πλέουν κοντά στα δυο τουρκικά γεωτρύπανα. Σύμφωνα με  τουρκικά δημοσιεύματα, η Τουρκία επιδιώκει να στείλει το μήνυμα ότι δε θα αποδεχθεί “παρενόχληση” των δραστηριοτήτων των τουρκικών γεωτρύπανων, αλλά και του ερευνητικού σκάφους “Μπαρμπαρός”.

Η στρατηγική της Τουρκίας

Η “αθόρυβη” δράση του “Μπαρμπαρός” είναι ενταγμένη στην ευρύτερη τουρκική  αναθεωρητική στρατηγική και ενεργεί στα εξής επίπεδα:

  1. Των εγγυητικών δικαιωμάτων της Τουρκίας να προστατεύει τα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων.
  2. Των συμφωνιών μεταξύ του ψευδοκράτους και της Τουρκικής Εταιρείας Πετρελαίων, τις οποίες η Άγκυρα, παρότι παράνομες, τις εφαρμόζει.
  3. Των ορίων της λεγόμενης τουρκικής και τουρκοκυπριακής υφαλοκρηπίδας. Αυτό σημαίνει ότι η Άγκυρα επεκτείνει τα δικά της κυριαρχικά και ειδικά κυριαρχικά δικαιώματα όπως τα αντιλαμβάνεται, σε βάρος αυτών της Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της συμφωνίας του ψευδοκράτους και της Τουρκικής Εταιρείας Πετρελαίων.

Στόχος της, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, “…είναι η δημιουργία τετελεσμένων, που θα χρησιμοποιηθούν στις συνομιλίες για το Κυπριακό σε περίπτωση που τύχει να ξαναρχίσουν”. Η αξιολόγηση αυτή είναι συναφής με την τουρκική αξίωση για το διαμοιρασμό του φυσικού αερίου, τον επανακαθορισμό των ΑΟΖ και την εκ περιτροπής Προεδρία, που θα σημάνει τη διχοτόμηση της εκτελεστικής εξουσίας, σύμφωνα με το σχέδιο Ομοσπονδοιοποίησης. Και στο βάθος οι Βρυξέλλες, όπου συνεχίζονται οι διεργασίες για τη διαμόρφωση ενός πακέτου μέτρων κατά της Τουρκίας που θα υιοθετήσει η ΕΕ. Είναι προφανές πως σε περίπτωση κατά την οποία τα μέτρα αυτά δεν θα προκαλούν κόστος στην προκλητική Τουρκία, αυτή θα αποθρασυνθεί και θα αυξήσει τις προκλήσεις και τις κινήσεις επιβολής τετελεσμένων. Περισσότερα για τη στάση της ΕΕ παρακάτω.

Η Τουρκία παρά το γεγονός ότι έχει αρκετές δυσκολίες στις γεωτρήσεις, πέρα από τις όποιες πληροφορίες που δεν έχουν πλήρως επιβεβαιωθεί ότι το “Φατίχ” κτύπησε κοιτασμα φυσικού αερίου, παρουσιάζεται αποφασισμένη να προχωρήσει στους σχεδιασμούς της ανεξαρτήτως αντιδράσεων και δυσκολιών και την πρωτοφανή σύμπνοια, σημαντικών διεθνών παραγόντων και περιφερειακών δυνάμεων, εναντίον της που προειδοποιούν για τις σημαντικές συνέπειες που θα έχει η συνέχιση και κλιμάκωση των προκλητικών παραβιάσεων της κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, χωρίς όμως όπως όλα δείχνουν να την κάμπτουν μέχρι στιγμής.

Παράλληλα με τις κινήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ, είναι σαφές πως ο απώτερος στόχος της Άγκυρας είναι να αποκτήσει διά της ισχύος και του “τσαμπουκά”, λόγο και ρόλο στους ενεργειακούς σχεδιασμούς και αποφάσεις στην περιοχή. Αυτό επιβεβαιώνεται και από τον επιτελάρχη του τουρκικού Πολεμικού Ναυτικού, αντιναύαρχο Τσιχάτ Γιαϊτζί, ο οποίος σε εισήγησή του τονίζει ότι στην Ανατολική Μεσόγειο πρέπει να κηρυχθεί τουρκική ΑΟΖ. Συγκεκριμένα προτείνει η Άγκυρα να προχωρήσει σε αμοιβαίες συμφωνίες οριοθέτησης της ΑΟΖ της, αντί μονίμως να κάνει ενστάσεις για τις συμφωνίες ΑΟΖ που συνήψαν άλλα κράτη. Ο Τούρκος αντιναύαρχος επίσης αναφέρει ότι το χειρότερο σενάριο για την Τουρκία και τα συμφέροντά της θα είναι η υπογραφή συμφωνιών για τον διαμοιρασμό των θαλάσσιων αρμοδιοτήτων στην Ανατολική Μεσόγειο μεταξύ Ελλάδας – Αιγύπτου και Ελλάδας – Κύπρου. Υποστηρίζει ότι στην περίπτωση που γίνει κάτι τέτοιο “…τα 189.000 χλμ. θαλάσσιας περιοχής της Τουρκίας θα περιοριστούν σε 41.000 χλμ. και επομένως θα χάσει (sic) 148.000 χλμ”. Είναι σαφές πως το επόμενο βήμα μετά την Κύπρο ή παράλληλα με τις κινήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ, θα είναι στη θαλάσσια περιοχή της Ελλάδος που αποτελεί παράλληλο στόχο.

Η γεωπολιτική σκακιέρα της ενέργειας στην Ανατολική Μεσόγειο

Η τουρκική επιθετικότητα έχει ενταθεί και ως αντίδραση στη διαμόρφωση νέων ισορροπιών στη Ν. Αν. Μεσόγειο, μεταξύ των παραγωγών χωρών φυσικού αερίου της περιοχής και των ΗΠΑ. Το Νομοσχέδιο Μενέντες, το οποίο βλέπουμε ότι έχει αρχίσει να παράγει αποτελέσματα, αφορά στην εξυπηρέτηση των αμερικανικών συμφερόντων στην περιοχή και αποτελεί μια καλή βάση για αναβάθμιση των σχέσεων της Κύπρου με τις ΗΠΑ και δη στον τομέα της στρατιωτικής συνεργασίας. Το νομοσχέδιο, πρώτον, αίρει το εμπάργκο όπλων σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και κλείνει την πόρτα στην Τουρκία για την παραλαβή των F-35, εφόσον η Άγκυρα συνεχίζει να επιμένει στην εγκατάσταση των S-400. Δεύτερον, νομιμοποιεί τη συνεργασία Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ ακόμη και Αιγύπτου σε στρατηγικό και ενεργειακό επίπεδο. Τρίτον, καλεί την Άγκυρα να μην αγοράσει από τη Μόσχα τους S-400. Εδώ θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι οι ΗΠΑ αξιώνουν από την Τουρκία να μην εγκαταστήσει στο έδαφός της τους S-400, αλλιώς θα την τιμωρήσουν, κάτι που για την Άγκυρα αποτελεί ζήτημα επέμβασης στα κυριαρχικά της δικαιώματα, πληρώνοντάς την με το ίδιο νόμισμα, όπως στην περίπτωση των κυπριακών S-300, όταν μετά τις απειλές της Τουρκίας και με τις “παραινέσεις” των ΗΠΑ κατέληξαν τελικά στην Ελλάδα, ουσιαστικά απενεργοποιημένοι για πολλά χρόνια.

Η Ρωσία, “φίλη” χώρα της Κύπρου, δε δίστασε να πουλήσει στρατιωτικό υλικό στρατηγικής σημασίας στην Τουρκία, όπως οι S-400, που πλήττουν τα συμφέροντά της και στρέφονται εναντίον της ασφάλειάς της. Αφού προσπάθησε να μετάσχει, όχι πολύ δυναμικά είναι η αλήθεια, του κυπριακού ενεργειακού παιγνιδιού, επέλεξε να επιχειρήσει ένα γεωπολιτικό ελιγμό εμφανιζόμενη περισσότερο υπέρ της Άγκυρας, αφού τη θεωρεί ως τη σωστή σύμμαχο στην εξυπηρέτηση των εθνικών της συμφερόντων. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται η ενίσχυση  και η ενδυνάμωση των σχέσεων της Μόσχας με την Άγκυρα, από τη μια, και η αποδυνάμωση εκείνων της Τουρκίας με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, από την άλλη.

Από την άλλη, οι ΗΠΑ οικοδομούν μια νέα πολιτική αρχιτεκτονική στην περιοχή, από την οποία η Κύπρος δεν έχει την πολυτέλεια να μείνει εκτός και θα πρέπει να επιδιώξει μια συμμαχία στρατηγικού χαρακτήρα και σε βάθος χρόνου. Θα πρέπει, λοιπόν, να αποφασιστεί με το Ισραήλ και την Ελλάδα ότι θα αποτελέσουν έναν ενιαίο γεωστρατηγικό και γεωπολιτικό χώρο, από τη Μέση Ανατολή ώς τα Βαλκάνια και την υπόλοιπη Ευρώπη, που θα εμπίπτει στο ευρύτερο ενεργειακό, οικονομικό, εμπορικό και αμυντικό σύστημα ασφάλειας της Δύσης. Αυτός ο στρατηγικός σχεδιασμός θα πρέπει να αποτελεί για τις ΗΠΑ εναλλακτική επιλογή έναντι της Τουρκίας. Ένα γεωπολιτικό τόξο άμυνας και ανάπτυξης, καθώς και αποτροπής στην τουρκική γεωστρατηγική αμφιταλάντευση.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο στρατηγικού σχεδιασμού, εκ των πραγμάτων εμπλέκονται ήδη και άλλα μέλη της ΕΕ, όπως είναι η Γαλλία και η Ιταλία κυρίως, λόγω των ιδιαίτερων ενεργειακών συμφερόντων και σχέσεων που διατηρούν με την Κύπρο. Αποτελεί διαχρονική και διεθνή πρακτική πως για να υποστηριχθεί ή να εφαρμοστεί το δίκαιο -γενικώς και των αδυνάτων ιδιαίτερα- θα πρέπει να συνδεθεί με τα συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων. Αυτονόητο, λοιπόν, είναι να εμπλακούν στους ενεργειακούς σχεδιασμούς και άλλες χώρες της ΕΕ, όπως η Γερμανία. Μελετώντας το χάρτη, θα πρέπει  η Κύπρος να κατανοήσει ότι η μέχρι χθες οικονομική σχέση με τη Ρωσία, έχοντας ως σημείο αναφοράς την Ευρώπη, είναι πια ανταγωνιστική. Αποτελεί κυρίαρχη στρατηγική των ΗΠΑ και σιωπηρώς το αποδέχονται και οι χώρες της ΕΕ, οι οποίες θέλουν την ενεργειακή τους απεξάρτηση από τη Μόσχα, καθότι η συνεχής και αυξανόμενη εξάρτηση προκαλεί και πολιτικές εξαρτήσεις. Εναλλακτική επιλογή απαλλαγής από αυτές τις εξαρτήσεις αποτελούν και τα σημαντικά ενεργειακά αποθέματα της Ν. Ανατολικής Μεσογείου, ο σχεδιαζόμενος αγωγός EastMed και το τερματικό LNG στο Βασιλικό, εάν τελικά κατασκευασθεί.

Στο πλαίσιο του νομοσχεδίου Μενέντες, η Κύπρος θα πρέπει να ελιχθεί κατάλληλα ώστε να υπάρξουν θετικές εξελίξεις, κατά τρόπον ώστε, ακόμη και αν ομαλοποιηθούν οι σχέσεις Τουρκίας και ΗΠΑ, να μη μείνει εκτός παιγνιδιού. Θα πρέπει, λοιπόν, να δοθούν εκείνες οι εγγυήσεις που θα πείθουν ότι μπορεί από κοινού με την υπερδύναμη, να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά της στην περιοχή εξίσου καλά όπως και η Άγκυρα, στη λογική της αναλογικότητας των μεγεθών ενός εκάστου, καθώς και της ισχύος του.

Εδώ είναι και η σημασία της συμμαχίας, κυρίως με το Ισραήλ, στην πρακτική της οποίας είναι δυνατόν να αυξηθούν  οι συντελεστές ισχύος και, αν θεωρήσουμε ότι τόσο το Τελ Αβίβ όσο και η Ουάσιγκτον επιδιώκουν για τους δικούς τους λόγους, τουλάχιστον στην παρούσα φάση, την αποδυνάμωση ή ακόμη και την “τιμωρία” της Τουρκίας, η Κύπρος θα πρέπει να επιχειρήσει να εκμεταλλευθεί τη συγκυρία. Και να προχωρήσει με τη στήριξη των ΗΠΑ, ακόμη και τη σιωπηρή, που σημαίνει κινήσεις στο παρασκήνιο, για τον καθορισμό της ΑΟΖ με την Ελλάδα και της Ελλάδας με την Αίγυπτο, για να σφραγιστεί το κομβικό τριεθνικό σημείο. Εκεί δηλαδή που συναντώνται οι ΑΟΖ Κύπρου, Αιγύπτου και Ελλάδας. Δημιουργία, δηλαδή, νόμιμων τετελεσμένων.

Η γεωστρατηγική σημασία της Κύπρου

Προσπαθώντας κάποιος να σχεδιάσει την προστασία και την ασφάλεια της τεράστιας περιοχής της Νοτιανατολικής Μεσογείου, στην οποία ήδη αναπτύσσεται και αναμένεται πολύ περισσότερο στο μέλλον να αναπτυχθεί ένα σύμπλεγμα υπεράκτιων ενεργειακών υποδομών, υποχρεωτικά εστιάζει στην Κύπρο, που αποκαλείται και “αβύθιστο αεροπλανοφόρο”. Η στρατηγική σημασία της Κύπρου για την περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Ανατολικής Μεσογείου είχε ήδη αναγνωριστεί από την αρχαιότητα. Πολύ πρόσφατο ιστορικό παράδειγμα η ύπαρξη σήμερα των δύο στρατιωτικών βρετανικών Βάσεων στο νησί (Δεκέλια, Ακρωτήρι). Η πρώτη περιλαμβάνει λιμενικές εγκαταστάσεις και οι δεύτερη μεγάλων διαστάσεων στρατιωτικό αεροδρόμιο. Τη διατήρηση των συγκεκριμένων βάσεων αλλά και άλλων εγκαταστάσεων, πχ ραντάρ στην κορυφή του όρους Τρόοδος του υψηλότερου όρους της Κύπρου, έθεσε και πέτυχε η Βρετανία ως απαράβατο όρο για να συναινέσει, το 1960, στην ανακήρυξη του ανεξαρτήτου Κυπριακού κράτους, που μέχρι τότε αποτελούσε Βρετανικό έδαφος και διατήρησαν το ίδιο καθεστώς ανεξαρτησίας και κατά την είσοδο της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ειδικότερα οι Νότιες και Ανατολικές ακτές της σημερινής Κυπριακής Δημοκρατίας, που αποτελούν το 60% περίπου του νησιού ελέγχουν απόλυτα την περιοχή μεταξύ Κύπρου, Αιγύπτου και Ισραήλ, όπου εντοπίζονται προς το παρόν οι ενεργειακές υποδομές και τα κοιτάσματα φυσικού αερίου της Ν. Αν. Μεσογείου. Στο Νότιο τμήμα, λοιπόν, του νησιού υπάρχει η αεροπορική βάση «Ανδρέας Παπανδρέου» στην Πάφο. Η Βάση κατασκευάστηκε τη δεκαετία του ’90 στο πλαίσιο της εφαρμογής του δόγματος του «Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας – Κύπρου». Η βάση κατασκευάστηκε για να μπορεί να εξυπηρετεί τη μεταστάθμευση ελληνικών μαχητικών στην Κύπρο. Σήμερα χρησιμοποιείται ως η κύρια βάση των αεροπορικών μέσων της Κυπριακής Εθνοφρουράς, στην οποία σταθμεύουν όλα τα ιπτάμενα μέσα της (εξοπλισμένα και επιθετικά ελικόπτερα, ελικόπτερα έρευνας και διάσωσης κλπ). Η βάση διαθέτει shelters αεροσκαφών και μπορεί να εξυπηρετήσει τη μετεγκατάσταση ενός ενισχυμένου σμήνους αεροσκαφών.

Στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας υπάρχει και το διεθνές αεροδρόμιο της Λάρνακας, με ικανότητα εξυπηρέτησης μεγάλου μεγέθους πολιτικών κυρίως, αλλά όχι μόνο αεροσκαφών. Ανατολικότερα κοντά στην πόλη της Λεμεσού βρίσκεται η ναυτική βάση «Ευάγγελος Φλωράκης» η οποία σήμερα μπορεί να εξυπηρετήσει μόνο πλοία μικρού μεγέθους. Γι’ αυτό το λόγο η Κύπρος στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης PESCO (Permanent Structure Cooperation) θα αναβαθμίσει και θα επεκτείνει τη ναυτική βάση. Σύμφωνα με τελευταίες πληροφορίες, στο πλαίσιο της υπογραφής αμυντικής συνεργασίας, η Γαλλία θα συνεισφέρει με τεχνογνωσία και οικονομικά στην αναβάθμιση της ναυτικής βάσης, με στόχο το μόνιμο ελιμενισμό πολεμικών της σκαφών. Τέλος, η Κυπριακή Δημοκρατία διαθέτει δύο μεγάλα εμπορικά λιμάνια στις πόλεις Λεμεσό και Λάρνακα, με μεγαλύτερο αυτό της Λεμεσού που συνιστά το κυρίως εμπορικό Λιμάνι της Κύπρου, αλλά και κόμβο διεθνούς διαμετακομιστικού εμπορίου.

Το ζητούμενο είναι αν η Κύπρος προστατεύεται επαρκώς, μιας και δεν διαθέτει μαχητικά αεροσκάφη και μεγάλες ναυτικές μονάδες. Όμως, από πλευράς αντιαεροπορικών συστημάτων η Κυπριακή Εθνοφρουρά διαθέτει 6 αυτοκινούμενα αντιαεροπορικά συστήματα μέσου βεληνεκούς τύπου BUK M1-2, ρωσικής προέλευσης, 6 αυτοκινούμενα αντιαεροπορικά βραχέως βεληνεκούς TOR M1, επίσης ρωσικής προέλευσης και τέλος 12 συστήματα Skyguard, που το καθένα αποτελείται από ΚΔΠ δύο 4πλών εκτοξευτών ASPIDE-330 και 2 δίδυμων πυροβόλων GDF-0052 των 35 χιλ. Για την προσβολή εχθρικών σκαφών επιφανείας, η Κύπρος έχει αποκτήσει από τα μέσα της δεκαετία του ’90, 3 επάκτιες συστοιχίες EXOCET. Κάθε συστοιχία αποτελείται από το αυτοκινούμενο Κέντρο Διοικήσεως και Ελέγχου που είναι συνδεδεμένο με μια μονάδα ραντάρ επιφανείας, τύπου Score, τη μονάδα πυρός που αποτελείται από 4πλό εκτοξευτή βλημάτων MM40 Block II, επί φορτηγού οχήματος, καθώς και επιπρόσθετη αυτοκινούμενη μονάδα παθητικής πρόσκτησης στόχων τύπου NS-9003/A της Ισραηλινής ELISRA. Οι μονάδες παθητικής πρόσκτησης αποκτήθηκαν περί το 2000, έχουν εγκατασταθεί επί οχήματος STEYR 14M18 και καθιστούν δυνατό τον εντοπισμό και τη πρόσκτηση των στόχων, με την ελάχιστη από πλευράς χρόνου λειτουργία του ραντάρ Score, προκειμένου αυτό να μη καθίσταται αντιληπτό από εχθρικά συστήματα αντιμέτρων. Οι πύραυλοι EXOXET MM40 Block II έχουν μέγιστη εμβέλεια προσβολής ναυτικών στόχων τα 70 χλμ.

Μια ακόμη ιδιαίτερα στρατηγική παράμετρος της Κύπρου αποτελεί το γεγονός ότι λόγω της νησιωτικής φύσης, αλλά και της ικανής απόστασής της από τις Ασιατικές και Αφρικανικές ακτές, το νησί διαθέτει δυσανάλογα μεγάλη, σε σχέση με τη χερσαία έκτασή της, ΑΟΖ και FIR. Η πραγματικά μεγάλη ΑΟΖ της Κύπρου οφείλεται στις πρόνοιες της νέας συνθήκης για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982. To πολύ μεγάλο FIR Λευκωσίας αποτελεί ένα από τα «καλά» της Βρετανικής κληρονομιάς, αφού όταν καθορίστηκαν τα όρια των FIR (1947) η Κύπρος ήταν Βρετανικό έδαφος. Χώρες όπως το Ισραήλ με πολύ μικρό εναέριο χώρο και μικρό FIR, έχουν ανάγκη να ασκούν τη πολεμική τους αεροπορία σε πολύ μεγαλύτερη εναέριο χώρο, κάτι που απαιτεί αίτηση και έγκριση από την αρχή διαχείρισης εναέριας κυκλοφορίας του κράτους που ελέγχει το γειτονικό FIR. Φυσικά, αυτό σήμερα επιτυγχάνεται με τις άριστες σχέσεις μεταξύ Ισραήλ – Κύπρου.

Η συνέχεια αύριο στο δεύτερο μέρος όπου θα αναλύσουμε τις ρεαλιστικές δυνατότητες αντίδρασης Κύπρου και Ελλάδας στην τουρκική επιθετικότητα…