H πτώχευση της Thomas Cook είναι αρνητική για το αξιόχρεο (credit negative) των βουλγαρικών, κυπριακών και ελληνικών τραπεζών επειδή θα αποδυναμωθεί η ρευστότητα των τουριστικών επιχειρήσεων οδηγώντας πιθανόν σε μεγαλύτερες πιστωτικές ζημιές και απώλειες εργασιών, αναφέρει σε έκθεσή του ο οίκος αξιολόγησης Moody’s.
Ο Moody’s σημειώνει ότι ο τραπεζικός δανεισμός σε βουλγαρικές επιχειρήσεις των τομέων παροχής υπηρεσιών διαμονής και διατροφής ανερχόταν στο 6,5% των συνολικών επιχειρηματικών δανείων τον Ιούνιο του 2019. Η αντίστοιχη έκθεση των ελληνικών τραπεζών ανερχόταν στο 10,8% τον Ιούνιο του 2019, ενώ για τις κυπριακές τράπεζες έφθανε στο 13,9% στο τέλος Μαρτίου του 2019.
Η επίπτωση στα τραπεζικά βιβλία δανείων θα είναι ευρύτερη, δεδομένων των διασυνδέσεων του τουριστικού τομέα με άλλους τομείς, όπως των μεταφορών και του εμπορίου, αναφέρει ο Moody’s. Η επίπτωση στον τουριστικό τομέα, συνεπώς και στις τράπεζες, θα μειωνόταν, αν οι Αρχές λάβουν μέτρα για να μετριάσουν τα άμεσα αποτελέσματα από την κατάρρευση της Thomas Cook υπογραμμίζει ο οίκος.
Ο Moody’s δεν θεωρεί ότι η κατάρρευση της Thomas Cook θα επηρεάσει σημαντικά τις τουρκικές τράπεζες. «Η Thomas Cook έφερνε περίπου 700 χιλιάδες τουρίστες στην Τουρκία ετησίως, που είναι ένα μικρό ποσοστό των 39 και πλέον εκατομμυρίων τουριστών που είχε η χώρα το 2018 και αναμένουμε ότι η ροή των τουριστών από την Thomas Cook θα αναπληρωθεί από άλλα τουριστικά πρακτορεία», αναφέρει ο οίκος.
Στην Ελλάδα, σημειώνει, η χρεοκοπημένη βρετανική εταιρεία απασχολούσε περίπου 1.000 άτομα, σύμφωνα με δημοσιεύματα, και έφερνε περίπου 3 εκατομμύρια τουρίστες τον χρόνο ή περίπου το 9% των 44 εκατομμυρίων που ήταν οι συνολικές αφίξεις το 2018, με βάση στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας. Η Thomas Cook είχε ιδιαίτερα ισχυρή παρουσία στην Κρήτη και την Κω, όπου περίπου το 70% και το 25% των ξενοδοχείων τους, αντίστοιχα, είχαν συμβόλαια με αυτή.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ