Το γερμανικό Spiegel, στην ηλεκτρονική του έκδοση, κάνει λόγι για μαζικές παράνομες επαναπροωθήσεις προσφύγων και μεταναστών ή σε βίαιες απωθήσεις, τα λεγόμενα push-back (απαγορεύονται βάσει ευρωπαϊκού και διεθνούς δικαίου), από τον Έβρο προς την Τουρκία.
Το Spiegel υποστηρίζει ότι έχει στη διάθεσή του σχετικά έγγραφα της τουρκικής κυβέρνησης, τα οποία περιλαμβάνουν νέα στατιστικά στοιχεία της Άγκυρας, συνεντεύξεις με φερόμενα θύματα, φωτογραφίες αλλά και εσωτερική αλληλογραφία.
Σύμφωνα με τις συγκεκριμένες εκθέσεις, η Τουρκία κατηγορεί την Ελλάδα για παράνομες απωθήσεις μεταναστών. Οι περισσότερες περιπτώσεις αφορούν μετανάστες πακιστανικής καταγωγής και ακολουθούν Αφγανοί, Σομαλοί, υπήκοοι Μπαγκλαντές, Αλγερίας.
Το δημοσίευμα αναφέρει ότι η ελληνική κυβέρνηση αρνείται κατηγορηματικά ότι γίνονται παράνομες επαναπροωθήσεις από την Ελλάδα.
Σύμφωνα με τις τουρκικές αρχές, το δωδεκάμηνο μεταξύ Νοεμβρίου 2018 και 2019 επαναπροωθήθηκαν παρανόμως από την Ελλάδα προς την Τουρκία συνολικά 58.283 μετανάστες. Οι περισσότεροι εξ΄ αυτών ήταν Πακιστανοί (16.435), Αφγανοί, Σομαλοί, Μπαγκλαντεσιανοί, Αλγερινοί αλλά και περίπου 4.500 Σύροι. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, μόνον τον Οκτώβριο έγιναν περισσότερες από 6.500 push-back, που απαγορεύονται βάσει ευρωπαϊκού και διεθνούς δικαίου.
Το δημοσίευμα αναφέρει ότι η ελληνική κυβέρνηση αρνείται κατηγορηματικά ότι γίνονται παράνομες επαναπροωθήσεις από την Ελλάδα. Εντούτοις και μολονότι είναι αδύνατο να διασταυρωθούν οι καταγγελίες των προσφύγων και μεταναστών, οι κατηγορίες αυτές, όπως αναφέρει το Spiegel, συμφωνούν εν γένει με παρόμοιες καταγγελίες που έχουν γίνει κατά καιρούς από μη κυβερνητικές οργανώσεις.
«Το εύρος των μαρτυριών εντείνει τις αμφιβολίες» σε βάρος της Ελλάδας, αναφέρει χαρακτηριστικά το Spiegel.
Οι συντάκτες του άρθρου αναφέρουν ότι ακτιβιστές κατηγορούν εδώ και χρόνια όχι μόνον την Ελλάδα αλλά και άλλες ευρωπαϊκές χώρες για τέτοιες παράνομες πρακτικές στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ. Σε μεμονωμένα περιστατικά έχουν αναφερθεί επανειλημμένως δημοσιεύματα του ελληνικού και υπόλοιπου ευρωπαϊκού Τύπου ενώ και το Συμβούλιο της Ευρώπης κάνει λόγο για «αξιόπιστες καταγγελίες».