Τσίπρας στην Figaro: “Η κυβέρνηση διαψεύδει τις προσδοκίες που είχε καλλιεργήσει”

Χρόνος ανάγνωσης ⏰ 4 λεπτά

Τη διάψευση των προεκλογικών προσδοκιών που είχε καλλιεργήσει η ΝΔ σε μία σειρά από ζητήματα υπογραμμίζει ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, σε συνέντευξη που παραχώρησε στη γαλλική εφημερίδα Figaro και δημοσιεύεται ολόκληρη στην ιστοσελίδα της.

Η συνέντευξη πραγματοποίηθηκε στο πλαίσιο του ταξιδιού του στο Παρίσι ως προσκεκλημμένος του πρώην Πρωθυπουργού της Ιταλίας και Πρύτανη του Πανεπιστημίου Sciences Po κ. Letta, για να παρευρεθεί  στα εγκαίνια της νέας έδρας σπουδών “Δημοσίου Χρέους”.

Αναφερόμενος στο εκλογικό αποτέλεσμα του Ιουλίου, ο κ. Τσίπρας, αναφέρει ότι “βγάλαμε την Ελλάδα από τον οκταετή φαύλο κύκλο των Μνημονίων και δώσαμε τέλος στην κρίση”, όμως υπήρχε συσσωρευμένη κόπωση του ελληνικού λαού από την πολυετή λιτότητα, κόπωση που “συχνά κάνει τα αυτιά πολλών ευήκοα στην ψηφοθηρική δημαγωγία και το δεξιό λαϊκισμό“, κατηγορώντας τη ΝΔ για την προεκλογική στάση της στη Συμφωνία των Πρεσπών  και στο θέμα του προσφυγικού.

Ο Αλέξης Τσίπρας είπε ότι “η ΝΔ ως κυβέρνηση διαψεύδει με μεγάλη ταχύτητα, όλες τις προσδοκίες που είχε δημιουργήσει, αποδεικνύοντας, έτσι, τη χωρίς ηθικό φραγμό δημαγωγία της και εμπαιγμό των πολιτών ως αντιπολίτευση”. Σημειώνει πως η κυβέρνηση “οφείλει τα περιθώρια που έχει στην αποτελεσματική οικονομική πολιτική της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ” και την επικρίνει πως αξιοποιεί το δημοσιονομικό περιθώριο “προς όφελος μιας μικρής επιχειρηματικής ελίτ, των μεγάλων επιχειρήσεων των πολύ υψηλών εισοδημάτων, που είναι τα πολιτικά και κοινωνικά στηρίγματά της”, σε βάρος της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας των χαμηλών και μεσαίων στρωμάτων”. “Αποδεικνύει ότι χρησιμοποίησε τη μεσαία τάξη προεκλογικά ως σημαία ευκαιρίας”, σχολιάζει.

Σε ερώτηση για τη σημερινή κατάσταση της ελληνικής οικονομίας ο κ. Τσίπρας υπογράμμισε ότι η ΝΔ οφείλει τα περιθώρια που έχει στην αποτελεσματική οικονομική πολιτική της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ Στο πλαίσιο αυτό τόνισε τη “βιώσιμη ανάπτυξη και άνοδο του ΑΕΠ στο 2%”, τη ρύθμιση του χρέους και το μαξιλάρι 37 δισ. ευρώ με ταυτόχρονη “δημοσιονομική υπεραπόδοση, άνοδο των επενδύσεων, των εξαγωγών και της ιδιωτικής κατανάλωσης, αύξηση του κατώτατου μισθού και μείωση της ανεργίας κατά δέκα ποσοστιαίες μονάδες, από 26,5% το 2014 στο 16,9% τον Ιούλιο του 2019”.

Ερωτηθείς για το αποτύπωμα που άφησε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Τσίπρας στάθηκε στους σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης “αναβαθμίζοντας τις δυνατότητές για προσέλκυση επενδύσεων”, αλλά και στην ανεργία που έπεσε δέκα μονάδες συνολικά και 20 μονάδες για τους νέους.

Αναφερόμενος στην προσφυγική και μεταναστευτική κρίση, τόνισε ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ τη διαχειρίστηκε “στη βάση του διεθνούς δικαίου απέναντι στις δυνάμεις τις ευρωπαϊκής και ελληνικής ακροδεξιάς”, ενώ αναφέρθηκε στη συζήτηση που είχαν ξεκινήσει στην Πνύκα με τον Πρόεδρο της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν με έμφαση στην ανάγκη για μεταρρύθμιση της ευρωζώνης, καθώς και στη συζήτηση για την αναθεώρηση του Σύμφωνου Σταθερότητας, οι οποίες όπως είπε είναι σήμερα, “πιο σημαντικές από ποτέ”.

Κληθείς να σχολιάσει δήλωση Μακρόν ότι το όριο του 3% του ΑΕΠ του ελλείμματος είναι ξεπερασμένο και πρέπει να αλλάξει, ο κ. Τσίπρας σημείωσε πως “με το να φορτώνουμε εκ των προτέρων την Ευρώπη με σκληρούς δημοσιονομικούς κανόνες με υφεσιακή ροπή, βάζουμε φρένο στην ανάπτυξη”. “Δεν χρειάζεται να καίμε το δάσος για να σκοτώσουμε το φίδι”, σχολίασε, προσθέτοντας ότι το όριο δημοσιονομικού ελλείμματος στο 3% του ΑΕΠ είναι, πράγματι, πολλαπλά προβληματικό.

Πρόσθεσε ότι “πρέπει να μιλήσουμε ανοιχτά για ένα νέο Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου που να συμπεριλαμβάνει έναν ισχυρό ευρωπαϊκό μηχανισμό επιστροφών, αλλά και μια νέα ευρύτερη ευρωπαική πολιτική για τις χώρες προέλευσης και διέλευσης”.

Αναφορικά με τον διεθνή ρόλο της ΕΕ είπε ότι αυτό σημαίνει ενισχυμένο αμυντικό βραχίονα, νέα μεθοδολογία για τη διεύρυνση, αλλά και γενναία βήματα για τα Δυτικά Βαλκάνια όπως η άμεση έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων για την Βόρεια Μακεδονία και η θέσπιση Οδικού Χάρτη για την Αλβανία. “Σημαίνει ενεργή εμπλοκή στην δίκαιη και βιώσιμη επίλυση του Κυπριακού, αλλά και στην εξασφάλιση της ειρήνης και σταθερότητας στην Ουκρανία, τη Συρία, τη Λιβύη καθώς και επίλυση του Παλαιστινιακού”.

Ερωτηθείς και για τη διαπραγμάτευση του ‘15, τόνισε μεταξύ άλλων ότι “πράξαμε το καλύτερο που ήταν εφικτό για τη χώρα μου και τον ελληνικό λαό, απέναντι σε μια τεχνοκρατική, πολλές φορές κυνική και ιδεοληπτικά νεοφιλελεύθερη Ευρώπη”. Σχολίασε ότι “η μη διαπραγμάτευση των προηγούμενων κυβερνήσεων δεν είχε κόστος μόνον για τους δανειστές. Για τη χώρα και το λαό είχε, δυστυχώς, βαρύτατο κόστος – δύο Μνημόνια, που ισοπέδωσαν και οδήγησαν στην φτωχοποίηση την κοινωνική πλειοψηφία των χαμηλών και μεσαίων στρωμάτων”. Επιπλέον, σημείωσε ότι η διαπραγμάτευση “πέτυχε να αναγνωρίσουν, για πρώτη φορά, οι δανειστές, ότι η ελάφρυνση του χρέους της Ελλάδας είναι και δική τους ευθύνη.

Ότι οφείλουν να συμφωνήσουν σε μέτρα που θα προτιμούσαν να αποφύγουν – και απέφευγαν μέχρι τότε” ενώ επεσήμανε ότι η συμφωνία “μείωνε σημαντικά τα πρωτογενή πλεονάσματα σε σχέση με τις δεσμεύσεις της προηγούμενης κυβέρνησης και, κατ’ επέκταση, το συνολικό κόστος της δημοσιονομικής προσαρμογής, προέβλεπε τη διάθεση κονδυλίων για την ανάπτυξη, απέτρεπε οποιαδήποτε μείωση στις αποδοχές των εργαζομένων, διατηρούσε σε ισχύ το νόμο για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης που είχε ψηφίσει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και επανέφερε σε ισχύ το θεσμό των συλλογικών διαπραγματεύσεων που είχαν καταργήσει οι δανειστές”.