Στο δεύτερο εξάμηνο του έτους αναμένεται να τεθεί σε εφαρμογή η μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης με προυπόθεση βέβαια να «τρέξει» η οικονομία με τους προσδοκώμενους ρυθμούς, να αποδώσουν οι ψηφισμένες φοροελαφρύνσεις στην εισπραξιμότητα των φόρων και να μην υπάρξουν απρόβλεπτοι κλυδωνισμοί στο εξωτερικό περιβάλλον.
Μιλώντας χθες το βράδυ σε εκδήλωση του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου, ο Κ. Μητσοτάκης προανήγγειλε για μια ακόμα φορά τη μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης, αλλά χωρίς «κόφτη».
«Είναι μία πολύ συγκεκριμένη δική μου δέσμευση, γιατί πρέπει να κάνουμε και τη μισθωτή εργασία πιο ανταγωνιστική. Πρέπει να ελαφρύνουμε την επιβάρυνση στα μεσαία και στα υψηλά εισοδήματα, διότι αν δεν το κάνουμε αυτό θα υπονομεύουμε την ίδια την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Ειδικότερα η μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης είτε θα προκύψει μέσω της αύξησης του αφορολογήτου της εισφοράς, από τις 12.000 ευρώ που είναι σήμερα, στις 20.000 ευρώ ή στις 25.000 ευρώ και μείωση των συντελεστών για τα επόμενα κλιμάκια η οποία θα «σβήνει» όσο ανεβαίνει το εισόδημα είτε με μεγάλη μείωση συντελεστή στη ζώνη 12.000- 20.000 ευρώ και μικρότερη στα επόμενα κλιμάκια.
Όπως σημειώνουν πηγές του οικονομικού επιτελείου, η συζήτηση είναι ακόμα πρόωρη, καθώς θα πρέπει να υπάρχουν ασφαλή στοιχεία για την εκτέλεση του Προϋπολογισμού πριν ληφθεί η όποια απόφαση.
Ακριβώς σε αυτήν τη λογική εντάσσεται η σκέψη ακόμα και για αναδρομική μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης, στα εισοδήματα του 2019, τα οποία θα φορολογηθούν εντός του 2020. Τα περιθώρια παρεμβάσεων στην εισφορά αλληλεγγύης δεν είναι, άλλωστε, απεριόριστα, καθώς έχει προαναγγελθεί και η περαιτέρω μείωση του ΕΝΦΙΑ, με αποτέλεσμα να υπολογίζεται ότι σε πρώτη φάση μπορεί να μπει «ψαλίδι» γύρω στα 250 εκατ. Ευρώ.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, το σύνολο φόρων και εισφορών στις αποδοχές ενός φορολογούμενου με μέσο εισόδημα, ανέρχεται στο 40,9%, χωρίς βέβαια την ανάλογη ανταποδοτικότητα.