Γράφει ο Νίκος Παγώνης
Ο Καναδάς και το Κεμπέκ επέλεξαν από την ίδρυσή τους να καταφύγουν στη μετανάστευση για την επάνδρωσή τους με ανθρώπινο δυναμικό.
Οι αχανείς εκτάσεις, που οι πρώτοι εξερευνητές ανακάλυπταν μπροστά τους, για να κατοικηθούν και να προοδεύσουν χρειαζόντουσαν χέρια και κορμιά.
Και κορμιά αναζητήθηκαν στις τέσσερις γωνιές της γης. Στην αρχή, περιοριστήκαν στις ίδιες τις χώρες καταγωγής των εξερευνητών, κι όταν αυτές στέρεψαν από άτομα που επιθυμούσαν τη ξενιτιά, κατέφυγαν αλλού, εκεί όπου οι ντόπιες άσχημες οικονομικές συνθήκες ευνοούσαν τη μετακίνηση ατόμων προς κάπου αλλού, για την εξεύρεση ενός καλύτερου μέλλοντος γι’ αυτούς και τα παιδιά τους.
Οι τέσσερις γωνιές της γης, όμως, δεν κατοικούνται από ομοιογενείς ανθρώπους. Κάθε γωνιά και κράτος. Κάθε κράτος και φυλή. Κάθε φυλή και θρησκεία. Και σε πολλές περιπτώσεις, περισσότερες από μια φυλή και μια θρησκεία ανά κράτος.
Μολονότι, λοιπόν, ξενιτεύτηκαν, δεν συμφώνησαν και στην αποπομπή των δικών τους χαρακτηριστικών. Δεν αποποιήθηκαν την καταγωγή τους, τη γλώσσα τους, τη θρησκεία τους, τον πολιτισμό τους, τα ήθη και τα έθιμα τους.
Φυσικά, καταλάβαιναν πως πηγαίνοντας σε μια ξένη χώρα τα πράγματα θα άλλαζαν. Δεν θα ήταν όπως ακριβώς στην πατρίδα, που άφηναν πίσω τους. Δεν θέλανε, όμως, και να χάσουν τα πάντα. Τη ταυτότητά τους, την προσωπικότητά τους. Κατανοούσαν πως έπρεπε να ενσωματωθούν στις ντόπιες συνθήκες και να αποδεχτούν πολλά που μέχρι τότε ήταν άγνωστα σ’ αυτούς. Η ενσωμάτωση, όμως, δεν εννοεί αφομοίωση. Δεν προϋποθέτει την εξαφάνιση εκείνων των ιδιαιτέρων στοιχείων που κάνουν το άτομο να ξεχωρίζει το ένα από το άλλο.
Απλά, καθορίζει πως ένα άτομο μπορεί να ανοίξει τους ορίζοντές του, να αποδεχτεί τις ξεχωριστές αξίες που ισχύουν στη χώρα φιλοξενίας, να εναρμονιστεί με τον τρόπο ζωής και γενικά να ενεργεί σαν ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ντόπιας κοινωνίας. Χωρίς, όμως, απαραίτητα- ιδιαίτερα αν δεν το θέλει- να απαρνηθεί τις ρίζες του και την ταυτότητά του. Όποια κι αν είναι αυτή. Εθνική, θρησκευτική, γλωσσική, οποιαδήποτε.
Από την άλλη πλευρά, κανείς δεν εγγυήθηκε πως ο ερχομός τόσων πολλών ετεροκλήτων ανθρώπων δεν θα προκαλούσε μια κάποια ενόχληση. Εδώ, γείτονες μετακομίζουν στο διπλανό σπίτι κι αναστατώνεται η γειτονιά, πόσο μάλλον ο ερχομός τόσων ξένων.
Η δική τους άφιξη, αναπόφευκτα δημιούργησε μια αλλαγή συνθηκών για τους ντόπιους, που δεν ήταν πάντα καλοδεχούμενη. Καλή η δουλειά και η οικονομική προσφορά των μεταναστών, όχι, όμως, και η παρουσία τους, με ό,τι αυτή συνεπάγεται.
Η είσοδος τόσων διαφορετικών πολιτισμών και θρησκειών οπωσδήποτε έπρεπε να βρει φιλόξενο έδαφος, αν ήτανε να διατηρηθεί μια πολιτισμένη και ανεκτική κοινωνία. Το οποίο έδαφος όμως, έπρεπε να παρθεί από κάποιον άλλον, που το κατείχε μέχρι τότε. Κάποιος έπρεπε να σπρωχτεί λιγάκι πιο κει, για να κάνει χώρο στο νεοφερμένο. Ένα σπρώξιμο, όμως, που δεν είναι πάντα ευπρόσδεκτο. Κάπου ενοχλεί. Κι όταν στην ενόχληση παρεμβάλλεται και η δική μας φιλοσοφία, γλώσσα, θρησκεία και πολιτισμός, ε, τότε τα πράγματα δυσκολεύουν.
Δεν γίνεται αλλιώς όμως. Η διατήρηση του πολυπολιτισμού εμπλουτίζει την ποιότητα της ζωής, καθιστά τους ανθρώπους κοινωνικά υπεύθυνους, ευνοεί την αρμονική συμβίωση μεταξύ μειονοτήτων και πλειοψηφίας, και γενικά προσφέρει χρώμα και απαράμιλλη αίσθηση στην κοινωνία μας.
Όπου εφαρμόστηκε η θεωρία του “χωνευτήρι των φυλών” (βλ. ΗΠΑ, Γαλλία), το κοινωνικό τίμημα πληρώθηκε πολύ ακριβά και οι κοινωνικές αναταραχές που εκεί παρουσιάζονται, τους υποχρεώνουν πλέον να αναθεωρούν την αρχική τους θέση.
Η διατήρηση, όμως, των διαφόρων ιδιαιτεροτήτων συνεπάγεται και με μια σειρά υποχωρήσεων, ιδιαίτερα από τα μέλη της πλειοψηφίας. Δεν είναι δυνατόν να θέλουμε να εξυπηρετήσουμε τις ιδιαίτερες ανάγκες του πλησίον μας, αλλά εμείς να μην ενοχληθούμε.
Κάπου, η δική τους ιδιαιτερότητα θα έλθει σε αντίθεση με τα δικά μας, κι αν θέλουμε πραγματικά να τους αναγνωρίσουμε το δικαίωμα να είναι διαφορετικοί από εμάς, τότε οφείλουμε κάπως να υποχωρήσουμε. Όχι να υποκύψουμε σε παράλογες απαιτήσεις, ούτε να παραβιάσουμε δικές μας θεμελιώδεις αρχές. Συμβιβασμοί σε θέματα αξίας δεν χρειάζονται. Μικρές, λογικές απαιτήσεις, όμως, που στην ουσία δεν αφαιρούν τίποτα το σημαντικό από εμάς, γιατί όχι;
Πόσο, δηλαδή, (για να θυμηθούμε μια παλιά ιστορία) ενοχλεί τις γυμναζόμενες κυρίες η στέρηση της άσχημης όψης του στενοσόκακου που «απολάμβαναν» από το παράθυρο την ώρα της γυμναστικής τους; Διότι, ο φεμινισμός τους, σε καμία περίπτωση δεν κινδυνεύει από τις απαρχαιωμένες, οπισθοδρομικές ιδέες μιας μικρής θρησκευτικής ομάδας, πεισματικά αγκιστρωμένης στο παρελθόν.
Οι Χασίντικ Εβραίοι, όμως, καλώς ή κακώς, νοιώθουν πως η θέα αποκαλυπτικά ντυμένων γυναικών (πως αλλιώς αυτές να κάνουν τη γυμναστική τους;) αντιβαίνει στο ότι διδάσκουν τ’ αγόρια τους.
Γιατί, λοιπόν, πρέπει απαραίτητα η απελευθέρωση του γυναικείου σώματος (που λογικά πρεσβεύουν οι περισσότερες γυναίκες σήμερα) να συγκρούεται με τις θρησκευτικές αξίες μιας- ομολογημένα απαρχαιωμένης θρησκευτικής κάστας- λόγω γειτονίας; Μια κάποια συμβιβαστική λύση πόσο ενοχλεί;
Σε τελική ανάλυση, δεν προωθεί τον αυτοσεβασμό, την ανεκτικότητα και την ειρηνική συμβίωση μεταξύ διαφορετικών μεταξύ τους πολιτισμών και ιδεών;
Ιδιαίτερα, όταν το μόνο που στερεί από τις γυμναζόμενες γυναίκες είναι, ειλικρινά, η θέα της ασχήμιας του στενοσόκακου.
Προώθηση της εγκατάλειψης της ανεκτικότητας;
Δεν είναι, όμως, μόνο οι σημερινοί πολιτικοί ταγοί που δείχνουν αμηχανία, και ως εκ τούτου ακαμψία με τις θρησκευτικές ή πολιτισμικές συνήθειες μειονοτήτων. Πολλοί έχουν εκφράσει την αντίθεσή τους κατά το παρελθόν και έχουν ακουστεί δηλώσεις όπως:
- «Τους δεχτήκαμε (τους μετανάστες) με ανοικτές τις αγκάλες, αλλά ένας συγκεκριμένος αριθμός φονταμεταλιστών της σκέψης και της θρησκείας προσπαθούν να επιβάλουν σε εμάς το τρόπο ζωής τους και το πώς αυτοί βλέπουν τα πράγματα»
- «Για την πλειοψηφία να αναγνωρίσει τους άλλους δεν εννοεί πως αυτή θα αυτοκαταργηθεί. Οι μετανάστες πρέπει να εμπλουτίζουν την κουλτούρα μας, και όχι να αφαιρούν από αυτή».
- «Αν χριστιανοί ζούσαν στη Σαουδική Αραβία θα απαιτούσαν τις ίδιες ελευθερίες που οι μουσουλμάνοι ζητούν εδώ;»
Δηλώσεις, που ενόσω, εν πρώτη όψη, ακούγονται λογικές, στην ουσία κρύβουν μια έντονη πρόθεση να τερματιστεί η διάθεση διευκόλυνσης κι αποδοχής όλων εκείνων των ιδιαιτεροτήτων που διαφέρουν από τις δικές μας.
Μα, αν οι ιδιαιτερότητες ήταν όμοιες με τις δικές μας δεν θα ήταν… ιδιαιτερότητες.
Προφανώς, η έντονη αντιπαράθεση μεταξύ πολιτισμών που διαδραματίζεται στη διεθνή σκηνή έχει κατά πολύ συνδράμει στο «κούμπωμα» των ανθρώπων. Κι εδώ εμφανίζεται το εύλογο ερώτημα: ο άλλος ανατινάζει ανθρώπους στο όνομα της θρησκείας του κι εσύ τώρα θέλεις να του προσφέρεις διευκολύνσεις;
Η έλλειψη ανεκτικότητας, όμως, ενισχύει το φανατισμό και το φονταμενταλισμό. Τοιουτοτρόπως, η από την πλειοψηφία άρνηση παροχής λογικών διευκολύνσεων προς την οποιαδήποτε μειονότητα, δεν δηλοί διάθεση διατήρησης του εδώ κυρίαρχου πολιτισμού και του τρόπου ζωής. Αντίθετα, υποδηλοί μια διάθεση εγκατάλειψης της ανεκτικότητας και αποδοχής των ιδιαιτεροτήτων των μειονοτήτων, όποιες κι αν είναι αυτές. Και οι οποίες, πληστάκις, δεν θα συμβαδίζουν απαραίτητα και με τις δικές μας ιδέες και αξίες.
Το πρόσωπο της κοινωνίας μας, όμως, αλλάζει. Γίνεται πιο πολύχρωμο, πιο πολύμορφο, πιο πολυσύνθετο, πιο ανθρώπινο. Και από εμάς εξαρτάται αν θέλουμε έτσι να το διατηρήσουμε. Όχι μονολιθικό και άκαμπτο, αλλά ευλύγιστο και εύκαμπτο. Κάτι που σήμερα εξυπηρετεί τον άλλο κι αύριο ίσως εσάς, εμένα, τους δικούς μας. Εξάλλου, δεν είναι ενδεικτικό της ποιότητας της δημοκρατίας μας ο τρόπος μεταχείρισης των μειονοτήτων;
Εκτός, κι αν το άσχημο πρόσωπο της αδιαλλαξίας και του εθνικισμού είναι έτοιμο να κάνει πάλι την εμφάνιση του. Και που παρακαλώ; Στον Καναδά και, ιδιαίτερα, στο Κεμπέκ, που αγωνίζεται για τη διατήρηση των δικών του ιερών και οσίων και που συχνά παραπονιέται πως ο υπόλοιπος κόσμος δεν το καταλαβαίνει.
Λίγη διευκόλυνση και λίγη αποδοχή των υπολοίπων εννοεί πολλά για την ανθρωπιά μας.
Ας μη τη χάσουμε!