Επιστρέφεται στον εφοπλιστή Βαγγέλη Μαρινάκη το διαβατήριο, σύμφωνα με την απόφαση που εξέδωσε η Ολομέλεια του Συμβουλίου Επικρατείας.
Το σκεπτικό της απόφασης βασίστηκε στην διαπίστωση ότι ότι ναι μεν είναι κατ’ αρχήν συνταγματικώς ανεκτές οι διατάξεις του Προεδρικού Διατάγματος 25/2004 που καθορίζουν τους κανόνες για τη μη χορήγηση ή αφαίρεση διαβατηρίου από πολίτη σε περίπτωση ασκήσεως, από το αρμόδιο δικαστικό όργανο, ποινικής διώξεως για κακούργημα ή για κάποια πλημμελήματα, αλλά εάν όμως το αρμόδιο δικαστικό όργανο κρίνει εν όψει νεότερων δεδομένων που ανέκυψαν, ότι δεν δικαιολογείται πλέον η διατήρηση σε ισχύ της απαγορεύσεως εξόδου από τη χώρα, τότε δεν είναι συνταγματικά νοητό να μην επιστραφεί το διαβατήριο και μάλιστα σε αόριστο βάθος χρόνου.
Η υπόθεση απασχόλησε την Ολομέλεια του ΣτΕ, μετά από παραπομπή του όλου θέματος από την 7μελή σύνθεση του Δ΄ Τμήματος, λόγω σπουδαιότητας, με πρόεδρο τον Αθανάσιο Ράντο και εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας Διομήδη Κυριλλόπουλο.
Σημειώνεται ότι από την διεύθυνση διαβατηρίων της ΕΛ.ΑΣ. αφαιρέθηκε το διαβατήριο στον Βαγγέλη Μαρινάκη μετά την άσκηση σε βάρος του ποινικής δίωξης σε βαθμό κακουργήματος και μετά τη διάταξη του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών με την οποία τέθηκε σε βάρος του (και σε βάρος τριών συνεργατών του) ο περιοριστικός όρος της απαγόρευσης εξόδου από την χώρα.
Η εν λόγω εισαγγελική διάταξη δεν επικυρώθηκε όμως από το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών. Κατόπιν αυτών, ο εφοπλιστής ζήτησε από την Αστυνομία (4.6.2018) να του επιστραφεί το διαβατήριο που του είχε αφαιρεθεί (4.4.2018), σύμφωνα με την εισαγγελική διάταξη, αλλά το αίτημά του δεν έγινε αποδεκτό. Έτσι, προσέφυγε στο ΣτΕ ζητώντας να ανασταλεί και να ακυρωθεί η σχετική αρνητική απόφαση της διεύθυνσης διαβατηρίων της ΕΛ.ΑΣ.