Ο καθηγητής Πολιτικής Υγείας στο LSE Ηλίας Μόσιαλος με μία μακροσκελή ανάρτησή του στο facebook δίνει χρήσιμες συμβουλές για το για το τι πρέπει να κάνουμε για να ξεπεράσουμε με ασφάλεια και υγεία την πανδημία.
Αναλυτικά όσα έγραψε στην ανάρτησή του ο Ηλίας Μόσιαλος:
Κορωνοιός, τι ξέρουμε, τι δεν ξέρουμε, τι κάναμε και τι πρέπει να κάνουμε.
Το κείμενο που ακολουθεί αναφέρεται στα μαθήματα που έχουμε πάρει για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού από άλλες χώρες και στη διαφορά της προσέγγισης που υιοθετεί το Ηνωμένο Βασίλειο και αν είναι βάσιμη. Επίσης, αναφέρεται στο τι κάναμε στην Ελλάδα, αλλά και τι άλλο πρέπει να κάνουμε ώστε να εφαρμόσουμε ενιαία προληπτική πολιτική και πως αυτό σχετίζεται και με την εκκλησία.
Εδώ και μερικές εβδομάδες ξεκίνησα τη δημόσια ενημέρωση από το λογαριασμό μου στο Facebook· δίνοντας στοιχεία για τον ιό, για τα συμπτώματα και μιλώντας για τα προληπτικά μέτρα υγιεινής. Παρακολουθώντας την εξέλιξη της διασποράς στην Κίνα και τα δρακόντεια μέτρα, συνέχισα να παραθέτω στοιχεία για τον ιό πιο εντατικά, χρησιμοποιώντας ακόμα και το χιούμορ για την ευαισθητοποίηση και την ενημέρωση για την νόσο. Ανέλαβα λοιπόν μια πρωτοβουλία ενημέρωσης, γιατί σε μένα ήταν σαφές πως επρεπε να ληφθούν μέτρα έγκαιρα.
Κατέθεσα δημόσια, ιδέες για συγκεκριμένα μέτρα για το σύστημα υγείας στην Ελλάδα και τόνισα την ανάγκη άμεσης ενίσχυσής του (αναπνευστήρες/ΜΕΘ, έκτακτες προσλήψεις προσωπικού, ενιαίο σύστημα υγείας μεταξύ δημοσίου ιδιωτικού τομέα και ενόπλων δυνάμεων κ.α.). Μίλησα εξαρχής για τους κινδύνους που ελλόχευαν, πως δεν θα είναι μια απλή γρίπη, πως η θνητότητα θα είναι μεγαλύτερη της γρίπης και πως θα υπάρξει θέμα με τις ευπαθείς ομάδες.
Κυρίως όμως, τόνιζα πως ο ιός αυτός χτυπάει το ίδιο το σύστημα από μέσα, δημιουργώντας υπέρογκες ανάγκες σε προσωπικό και εγκαταστάσεις, και επέμενα πως η αντιμετώπισή του δεν θα είναι μόνο θέμα αντίδρασης και απόδοσης του συστήματος υγείας, γιατί θα βασίζεται στην προσωπική ευθύνη και την αντίδραση των ίδιων των πολιτών.
Πολλά από αυτά που ανέφερα, εισακούστηκαν και συμπεριλήφθηκαν στα μέτρα και στις οδηγίες των δημόσιων φορέων υγείας και κοινωνικής προστασίας. Και συνεχίζουμε όλοι μαζί, ενημερωμένοι και ευαισθητοποιημένοι, γιατί έχουμε δύσκολες μέρες, ίσως μήνες, μπροστά μας.
Τι μάθαμε όμως με τις προσεγγίσεις που υιοθετήθηκαν εκτός Ελλάδας;
Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η αντίδραση της Κίνας, βοήθησε τις άλλες χώρες να κερδίσουν χρόνο. Κρίνοντας από τους καταγεγραμμένους ρυθμούς εξάπλωσης, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει οκτώ εβδομάδες για να εντοπίσει τη διασπορά. Αυτό που μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα είναι ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα καταγράψει ξεχωριστή πορεία, χωρίς να γνωρίζουμε με καμιά βεβαιότητα αν η προσέγγιση θα αποδώσει ή θα τζογάρει με την υγεία του κόσμου.
Άλλες χώρες μας παρέχουν ικανοποιητικά παραδείγματα αποτελεσματικού χειρισμού της επιδημίας. Δεν έχουμε ακόμα θεραπείες και εμβόλια αλλά έχουμε άλλες αποτελεσματικές, μη φαρμακολογικές πληροφορίες παρέμβασης. Από τη Νότια Κορέα μάθαμε ότι τα βασικά μέτρα δημόσιας υγείας, όπως η εκτεταμένη ανάλυση δειγμάτων, μπορούν να συμβάλουν στην αξιολόγηση του μεγέθους του προβλήματος, στον εντοπισμό των περιπτώσεων, μάθαμε πως να ανιχνεύουμε τις αλυσίδες μετάδοσης και πως να αφαιρούμε συνδετικούς κρίκους.
Από τη Σιγκαπούρη και την Κίνα, μάθαμε ότι ο εντοπισμός επαφών είναι απαραίτητος, είτε ενδοοικογενειακά, είτε στο εσωτερικό της κοινότητας. Αυτό μας βοηθά να κατανοήσουμε τη σημασία της ιχνηλάτησης των επαφών και της απομόνωσης.
Από την Ταϊβάν και την Κίνα, μαθαίνουμε για τα μέτρα κοινωνικής απομάκρυνσης, και πως η απαγόρευση μεγάλων συγκεντρώσεων, ο περιορισμός της κυκλοφορίας, η εργασία από το σπίτι και η ουσιαστική διακοπή της κοινωνίας για κάποιο χρονικό διάστημα μπορούν να μειώσουν τη μετάδοση και να δώσουν χρόνο στο σύστημα υγείας.
Από το Χονγκ Κονγκ, μάθαμε τη σημασία της αλλαγής της συμπεριφοράς των ανθρώπων μέσω της εκτεταμένης προσωπικής και περιβαλλοντικής υγιεινής, τις 14μερες καραντίνες για όσους έρχονται από την ηπειρωτική Κίνα και την ανάγκη για ευρεία ενημέρωση.
Και τώρα περιμένουμε να δούμε αν η ιταλική προσέγγιση της μεγάλης κλίμακας κοινωνικής αποστασιοποίησης θα αποδώσει.
Τι διαφορετικό γίνεται στο Ηνωμένο Βασίλειο, τη χώρα με ένα από τους χαμηλότερους αριθμούς γιατρών, νοσηλευτών και νοσοκομειακών κλινών στην Ευρώπη;
Σε ένα άρθρο της εφημερίδας The Guardian (3/3/20), ο Tim Cook, γιατρός σε μονάδα εντατικής θεραπείας του NHS, εξηγεί γιατί το NHS δεν είναι έτοιμο για την κρίση που μπορεί να προκαλέσει ο νέος ιός. Αναφέρει πως συνήθως 90% των ΜΕΘ του Ηνωμένου Βασιλείου έχουν πληρότητα και μπορούν να εισάγουν νέους ασθενείς μόνο με την απομάκρυνση άλλων – ακόμη και όταν ο φόρτος εργασίας είναι φυσιολογικός. Αν θεωρήσουμε πως πάνω από το 30% του συνολικού πληθυσμού του Ηνωμένου Βασιλείου θα νοσήσει με COVID-19 (αν και σε ορισμένες εκτιμήσεις μπορεί να φτάσει το 60%), οι περισσότεροι δεν θα έχουν καμία ή ήπια ασθένεια, αλλά ίσως ένας στους επτά να χρειαστεί εισαγωγή στο νοσοκομείο. Από τους ασθενείς που θα νοσηλευτούν ίσως ένας στους πέντε να χρειαστεί εισαγωγή στη ΜΕΘ.
Το σύστημα υγείας δεν μπορεί να ανταπεξέλθει σε αυτά τα νούμερα. Ένας στους 50 ασθενείς που είναι γνωστό ότι έχουν Covid-19 μπορεί να πεθάνει.
Ο COVID-19 θα αυξήσει τις πιέσεις όχι μόνο εξαιτίας του βάρους του αριθμού, αλλά επειδή οι ενδιάμεσες θεραπείες λόγω της ευαίσθητης φύσης των ασθενών με πνευμονοπάθεια, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν, απαιτείται έγκαιρη προσφυγή στη ΜΕΘ. Περαιτέρω, η διαχείριση ενός ασθενούς που νοσεί με COVID-19 είναι πιο πολύπλοκη από την κανονική φροντίδα της ΜΕΘ, καθώς οι ασθενείς πρέπει να απομονώνονται ξεχωριστά, γιατροί και νοσηλευτές πρέπει να φοράνε ατομικό προστατευτικό εξοπλισμό. Η εμπειρία και η καταγραφή των κρουσμάτων της Κίνας έδειξαν πως δύο από τις πέντε πρώιμες λοιμώξεις αποκτήθηκαν στο νοσοκομείο και τα δύο τρίτα αυτών ήταν εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας, ένας σημαντικός αριθμός των οποίων πέθανε στη συνέχεια. Αυτά τα αιτήματα επιβραδύνουν τη φροντίδα, αυξάνουν τον απαιτούμενο αριθμό προσωπικού και εκθέτουν το προσωπικό (και ίσως τις οικογένειές τους) σε σημαντικό κίνδυνο.
H Βρετανική κυβέρνηση όμως αποφάσισε ότι ο νέος ιός είναι ασταθής και ότι πιθανότατα θα μετατραπεί σε ετήσια εποχική λοίμωξη. Το σχέδιο δράσης, όπως εξήγησε ο επικεφαλής επιστημονικός σύμβουλος, είναι η επίτευξη της “ανοσίας αγέλης”. Βασίζονται δηλαδή στο ότι το 80% θα κολλήσει τον ιό, και θα εμφανίσει ήπια συμπτώματα, χωρίς όμως να εξηγούν τι σημαίνει αυτό για το υπόλοιπο 20%.
Στο σημερινό φύλλο της Guardian αρθρογραφεί ο William Hanage και παίρνει θέση ήδη στον τίτλο. ‘Είμαι επιδημιολόγος. Όταν άκουσα για το σχέδιο “ανοσίας αγέλης” της Βρετανίας, σκέφτηκα πως επρόκειτο για σάτιρα’. Ο Hanage είναι καθηγητής και ερευνητής της εξέλιξης και επιδημιολογίας των λοιμωδών νοσημάτων, στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Χάρβαρντ.
Εξηγεί πως όταν μιλάμε για ανοσία αγέλης, συνήθως μιλάμε για ανοσία και τα εμβόλια που την δημιουργούν. Εδώ όμως συζητάμε για μια πραγματική πανδημία που μεγάλος αριθμός θα νοσήσει, και ορισμένοι από αυτούς θα πεθάνουν. Παρόλο που το ποσοστό θνησιμότητας είναι πιθανό να είναι αρκετά χαμηλό, ένα μικρό μέρος ενός πολύ μεγάλου αριθμού εξακολουθεί να είναι ένας μεγάλος αριθμός.
Και το ποσοστό θνησιμότητας θα αυξάνεται όταν το NHS θα καταρρέει από τα συσσωρευόμενα κρούσματα. Αυτό που αναμένεται να συμβεί, ακόμη και αν κάνουμε την γενναιόδωρη υπόθεση ότι η κυβέρνηση ήταν απολύτως πετυχημένη στο να περιορίσει τη διασπορά του ιού στον πληθυσμό χαμηλού κινδύνου, στην κορυφή της εστίας, οι αριθμοί που χρειάζονται κρίσιμη φροντίδα θα ήταν μεγαλύτεροι από τον αριθμό των διαθέσιμων κλινών. Αυτό επιδεινώνεται από το γεγονός ότι οι άνθρωποι που είναι άρρωστοι τείνουν να παραμένουν άρρωστοι για μεγάλο χρονικό διάστημα, γεγονός που αυξάνει το βάρος στο σύστημα υγείας.
Και φυσικά δεν μπορεί να περιοριστεί σε κάποια ηλικιακή ομάδα. Σκεφτείτε όλους τους ανθρώπους ηλικίας 20 έως 40 ετών που εργάζονται στην υγειονομική περίθαλψη ή σε μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων. Εκεί ακόμα και λίγα κρούσματα είναι αρκετά για να δημιουργηθεί σοβαρό πρόβλημα. Μετά αυτοί θα απομονωθούν, και το πρόβλημα θα εμφανιστεί στο δεύτερο κύμα. Τα δεύτερα κύματα είναι πραγματικά και τα είδαμε σε πανδημίες γρίπης. Αλλά εδώ δεν πρόκειται για πανδημία γρίπης. Ίσως να μην υπάρχει δεύτερο κύμα, αλλά οι ευπαθείς άνθρωποι δεν πρέπει να εκτίθενται σε έναν ιό αυτή τη στιγμή, θεωρώντας πως κάτι που μπορούμε μόνο να μοντελοποιήσουμε, θα ισχύσει στο μέλλον.
Επίσης, ενώ είναι εξαιρετικά σημαντικό να μένουν οι άρρωστοι στο σπίτι για να μην μολύνουν τους άλλους, είναι ολοένα και πιο σαφές ότι η μετάδοση μπορεί να συμβεί προτού αναπτυχθούν τα συμπτώματα. Γνωρίζουμε ότι αυτό ισχύει από τη μοντελοποίηση και τις μελέτες παρατήρησης των κρουσμάτων.
Ωστόσο, τα επιχειρήματα σχετικά με τα ποσοστά θνησιμότητας, τις παραμέτρους μετάδοσης και την προσυμπτωματική μετάδοση χάνουν την ουσία. Αυτός ο ιός κλείνει χώρες. Και ας μην είναι το Ηνωμένο Βασίλειο μετά τη Wuhan, το Ιράν, την Ιταλία ή την Ισπανία. Το Ηνωμένο Βασίλειο θα πρέπει να στρέψει το βλεμμα στο παράδειγμα της Νότιας Κορέας, η οποία, μέσω ενός συνδυασμού έντονης επιτήρησης και κοινωνικής απομάκρυνσης, φαίνεται να έχει αποκτήσει, πάντα μιλώντας με κάποιες επιφυλάξεις, τον έλεγχο της διασποράς ιού.
Ο Hanage καταλήγει πως το Ηνωμένο Βασίλειο δεν πρέπει να προσπαθεί να δημιουργήσει ανοσία αγέλης για να προστατευτεί. Η πολιτική θα πρέπει να κατευθύνεται στην επιβράδυνση της επιδημίας σε ένα (πιο) διαχειρίσιμο ποσοστό. Αυτό δηλαδή που κάνει η ισχυρή και συντονισμένη κοινωνική αποστασιοποίηση.
Αναφερόμενος στη Βρετανική προσέγγιση ο Jeremy Hunt, πρώην υπουργός υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου, επίσης έκανε ένα κρίσιμο σχόλιο, κάνοντας μια απλή μαθηματική παρατήρηση. Αν νοσήσει το 10% του πληθυσμού αυτό θα σημαίνει 50.000 δηλαδή αριθμό θανάτων τέσσερις φορές πάνω από τα επίπεδα θανάτων της γρίπης, του 2017-2018.
Τι δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε στην Ελλάδα.
Στην Ελλάδα, όπως με ακούτε να λέω συχνά, συντονιστήκαμε και κινηθήκαμε νωρίς. Τώρα όμως είναι η ώρα για αυστηρή εφαρμογή των οδηγιών. Αν δεν αναλάβουμε ο καθένας την ευθύνη που μας αντιστοιχεί σε αυτή την κρίση, αν δεν εφαρμόσουμε τις οδηγίες, δεν θα καταφέρουμε να δώσουμε τον απαιτούμενο χρόνο στο σύστημα υγείας για να μας προφυλάξει. Το σύστημα υγείας θα καταφέρει να ανταπεξέλθει εάν χρειαστεί να νοσηλευτούν στις ΜΕΘ άλλοι 300 άνθρωποι. Είναι όμως ένα τελείως διαφορετικό ζήτημα να αναγκαστεί να υποστηρίξει 1000 έξτρα ασθενείς ταυτόχρονα στην εντατική.
Τώρα όμως είναι η ώρα για ενιαία προληπτική πολιτική. Και τι εννοούμε λέγοντας ενιαία προληπτική πολιτική;
Για την ώρα παίρνουμε τα μέτρα που χρειάζεται για να καθυστερήσουμε τη διασπορά ώστε να αντέξει το σύστημα υγείας. Δεν ξέρουμε αν η νόσος επανέλθει το φθινόπωρο. Πρέπει να κερδίσουμε χρόνο γιατί η καθυστέρηση μας φέρνει κάθε μέρα πιο κοντά στο εμβόλιο και στη θεραπεία.
Μετά το άρθρο μου στα Νέα στις 10/3 με την έκκληση να καταργηθεί η θεία κοινωνία κατά τη διάρκεια της πανδημίας, να γίνονται λειτουργείες σε εξωτερικό χώρο, και το διάβημα στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας να εκδώσει οδηγίες για τις θρησκευτικές δραστηριότητες, διάβασα με χαρά πως ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος μια ημέρα μετά τη δημοσίευση του άρθρου μου, δήλωσε ότι η εκκλησία θα κάνει ότι προτείνει ο Παγκόσμιος Οργανισμός. Ο αρχιεπίσκοπος Αμερικής, είχε ήδη τοποθετηθεί λέγοντας μεταξύ άλλων ‘Σε μια τέτοια κρίση, πρέπει να ασκούμε επαγρύπνηση ως κοινότητα, μήπως οι εκκλησίες μας γίνουν σημεία μετάδοσης της νόσου’.
Τώρα λοιπόν είναι η ώρα η Εκκλησία της Ελλάδος να αναστείλει τη θεία κοινωνία. Ήρθε η ώρα να καταστήσουν δυνατή την τηλεοπτική μεταδόση της λειτουργίας, και να πάρουν μέτρα για την λειτουργία σε ανοιχτούς χώρους, λαμβάνοντας κατά νου τις οδηγίες για τις αποστάσεις που πρέπει να τηρούν οι πιστοί μεταξύ τους (έτσι έγινε στην Ιταλία, όπως έγραφα στα Νέα στο ίδιο άρθρο στις 10/3).
Δεν είναι στοχοποίηση της Εκκλησίας της Ελλάδος αυτό. Σαφέστατα και η προτροπή μου απευθύνεται σε όλα τα θρησκευτικα δόγματα. Είναι απλή, οριζόντια όπως λέμε, εφαρμογή ενιαίας προληπτικής πολιτικής, χωρίς εξαιρέσεις. Δεν πρέπει να αρκεστούμε στις εκκλήσεις πλέον. Η πολιτεία έχει ευθύνη για τη δημόσια υγεία, και πρέπει να περάσει από τις εκκλήσεις στην ενιαία προληπτική πολιτική.
Αυτή είναι η μόνο ευθύνη της πολιτείας για τη δημόσια υγεία;
Όχι, αλλά αυτές τις στιγμές όλοι μας συνειδητοποιούμε την πραγματική ανάγκη για ένα ισχυρό δημόσιο σύστημα υγείας ασπίδα για τώρα και το μέλλον.
Αν θα περάσουμε δύσκολα; Είναι βέβαιο.
Είναι εύκολο αυτό που γίνεται τώρα; Όχι.
Η καθημερινότητα όλων μας διακόπτεται και καλούμαστε να αυτοπεριορίσουμε τις ελευθερίες και τις κινήσεις μας. Το στρες θα είναι μεγάλο, για αυτό το λόγο χρειάζεται κοινωνική αλληλεγγύη, τουλάχιστον σε εθνικό επίπεδο. Να μην ξεχάσουμε όταν περάσει η κρίση, τη στάση της Γαλλίας και της Γερμανίας και την έλλειψη αλληλεγγύης στην Ευρώπη.
Όλο αυτό ήρθε στην Ελλάδα μετά από δέκα χρόνια σκληρής οικονομικής κρίσης και ψυχολογικά θα είναι ακόμα πιο δύσκολο για όλους.
Το στρες είναι ίσως λίγο διαφορετικό, για τις οικογένειες που κάποια μέλη τους είναι στο εξωτερικό, όπως οι φοιτητές στην Αγγλία αλλά και όλοι οι φοιτητές που σπουδάζουν σε χώρες που πάσχουν περισσότερο από τον ιό σε σχέση με την Ελλάδα. Να τους σκεφτούμε και να δείξουμε λίγη περισσότερη κατανόηση σε αυτούς αυτές τις μέρες.
Πρέπει ο καθένας μας να βρει τρόπους να προσαρμοστεί στη ρουτίνα, να βρούμε όλοι μαζί μηχανισμούς για να επιβιώσουμε, να βρούμε αποθέματα ευγένειας και δημιουργικότητας και να βγούμε ψυχολογικά όσο το δυνατόν αλώβητοι.
Αλλά θα αντέξουμε, Και θα τα καταφέρουμε».