Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα απεργάζεται τρόπους ώστε να συνεχίσει τις αγορές ελληνικού δημόσιου χρέους μετά τη λήξη του έκτακτου προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης (PEPP) που ενεργοποίησε πέρυσι για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας, όπως δήλωσε στην εφημερίδα Financial Times μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του θεσμού.
Η επικεφαλής της Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, έχει δηλώσει πως το θέμα θα συζητηθεί στην συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου τον Δεκέμβριο.
Οι παρεμβάσεις της Ευρωτράπεζας έχουν συμβάλει στη συρρίκνωση και συγκράτηση του κόστους δανεισμού των χωρών της ευρωζώνης, στην κρίσιμη συγκυρία που η πανδημία ανάγκασε όλα τα κράτη-μέλη να προβούν σε μεγάλες έκτακτες δημόσιες δαπάνες ώστε να στηρίξουν αποτελεσματικά την οικονομία και την κοινωνία.
Η ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας και η “ασπίδα” της ΕΚΤ έχουν οδηγήσει την απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου σε ιστορικά καλές επιδόσεις εν μέσω της παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης.
Η απόδοση του 10ετούς τίτλου διαμορφώνεται σήμερα το πρωί γύρω από το 0,9%. Στις αρχές του 2019 υπερέβαινε το 4,3% ενώ η μεγάλη αποκλιμάκωση παρατηρήθηκε από τα τέλη Μαΐου εκείνης της χρονιάς, μετά την προκήρυξη των πρόωρων βουλευτικών εκλογών.
Προ του PEPP τα ελληνικά ομόλογα δεν γίνονταν δεκτά από την ΕΚΤ, καθώς η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας μας δεν βρίσκεται ακόμα σε επίπεδο επενδυτικής βαθμίδας, παρά το γεγονός ότι το αξιόχρεο της Ελλάδας έχει αναβαθμιστεί συνολικά τέσσερις φορές την τελευταία διετία από τους τρεις μεγαλύτερους οίκους αξιολόγησης (S&P, Fitch και Moody’s) και ακόμα τρεις φορές από τους οίκους DBRS και Scope.
Με βάση τα σημερινά δεδομένα το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων θα ολοκληρωθεί τον Μάρτιο του 2022, δηλαδή σε περίπου πέντε μήνες. Σύμφωνα με τα νεότερα στοιχεία (8 Οκτωβρίου) οι συνολικές αγορές της ΕΚΤ στο πλαίσιο του PEPP υπερβαίνουν τα 1,420 τρισεκατομμύρια ευρώ.
Το δημοσίευμα των FT σημειώνει ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εξετάζει το ενδεχόμενο να αυξήσει το πλαφόν που έχει θέσει η ίδια όσον αφορά τις αγορές ομολόγων που έχει η εκδώσει η ΕΕ.
Εάν η Τράπεζα πράγματι αυξήσει το όριο του 10% που ισχύει σήμερα, θα μπορεί να συμμετάσχει πιο ενεργά στις αγορές ομολόγων που θα εκδώσει η ΕΕ τα επόμενα χρόνια ώστε να χρηματοδοτήσει το Ταμείο Ανάκαμψης, το οποίο θα έχει συνολική δύναμη πυρός 800 δισεκατομμύρια ευρώ.
Τυχόν μεγαλύτερη συμμετοχή της ΕΚΤ θα μπορούσε να μειώσει ακόμα περισσότερο το κόστος δανεισμού της ΕΕ, καθιστώντας ακόμα πιο οικονομικό το εμβληματικό πρόγραμμα ανάκαμψης από την πανδημία.