Με υψηλόβαθμα στελέχη της Ένωσης Εφοπλιστών Κορέας (Korea Shipowners’ Association – KSA) και του Ινστιτούτου Δημοσίων Οικονομικών της Κορέας (Korea Institute of Public Finance – KIPF) συναντήθηκε το διοικητικό συμβούλιο της Ένωσης Τραπεζικών & Χρηματοοικονομικών Στελεχών της Ελληνικής Ναυτιλίας τις προηγούμενες ημέρες.
Η συνάντηση, παρόντων όλων των μελών του Δ.Σ., παρουσία και του επιτίμου προέδρου της Ένωσης, πραγματοποιήθηκε στη Ναυτιλιακή Λέσχη Πειραιά.
Η Ένωση Εφοπλιστών Κορέας γνωρίζει την ελληνική Ναυτιλία κυρίως μέσα από την κατασκευή πλοίων από Έλληνες πλοιοκτήτες σε ναυπηγεία της χώρας τους και με τη συνάντηση αυτή δόθηκε μια εξαιρετική ευκαιρία να ενημερωθούν για τη χρηματοδότηση και τις προκλήσεις της ελληνικής Ναυτιλίας, καθώς και τον τρόπο λειτουργίας των εργαλείων χρηματοδότησης.
Ο πρόεδρος, Γ. Ξηραδάκης, ξεκίνησε με μια εισαγωγή των σκοπών της Ένωσης, μία ιστορική ανασκόπηση της πορείας της ναυτιλιακής χρηματοδότησης της ελληνικής Ναυτιλίας, αναφέρθηκε στην παρούσα κατάσταση των χαρτοφυλακίων των ελληνικών τραπεζών, αλλά και τις υπάρχουσες εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης (εισαγωγή σε ξένα Χρηματιστήρια, Funds, leasing houses) που έρχονται να καλύψουν το σύνολο των αναγκών του ελληνόκτητου στόλου.
Ο γενικός γραμματέας, Κ. Οικονόμου, τόνισε τη διαχρονικά εξαιρετική σχέση των δύο λαών, έχοντας πάντα τη θαλάσσια οικονομία ως έναν από τους πιο σημαντικούς πυλώνες ανάπτυξης και ευημερίας τους. Ο επίτιμος πρόεδρος, Ν. Βουγιούκας, έκανε ειδική αναφορά στις πρώτες κατασκευές νεότευκτων πλοίων στη Ν. Κορέα ιστορικά ως σήμερα από αρκετούς εφοπλιστές και ακτοπλοϊκές εταιρείες της πατρίδας μας, με ίδια κεφάλαια και τραπεζικό δανεισμό τόσο από αλλοδαπές, όσο και από ελληνικές τράπεζες.
Οι εκπρόσωποι από την Κορέα αναφέρθηκαν στην ανάγκη εξωστρέφειας της Κορέας και διασύνδεσης με την ελληνική Ναυτιλία – άλλωστε η συνάντηση εργασίας έγινε στο πλαίσιο πολλαπλών συναντήσεων με σημαντικούς φορείς της ελληνικής ναυτιλιακής αγοράς – ενώ έδειξαν μεγάλο ενδιαφέρον στους όρους και τα χρηματοδοτικά εργαλεία που προσφέρουν οι ελληνικές Τράπεζες, τις τάσεις στον διεθνή ανταγωνισμό, αλλά και τις νέες προκλήσεις για την «πράσινη» μετάβαση της αγοράς.